Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
Θα τον θυμόμαστε πάντα να τον συνοδεύουν αστυνομικοί. Είτε για να τον προστατεύουν ως υπουργό, είτε για να τον φρουρούν ως προφυλακισμένο υπόδικο. Πάντα κάποιος ένστολος στέκει δίπλα του για να του ανοίγει την πόρτα του αυτοκινήτου, είτε είναι λεωφορείο της Αστυνομίας είτε λιμουζίνα. Σταθερό σημείο αναφοράς στη δημόσια εικόνα του, όσο σταθερό είναι και το ύφος του. Μπορεί στο δικαστήριο να εμφανίζεται καταπονημένος, αδυνατισμένος, όμως προσπαθεί να παραμείνει ευθυτενής, σαν αγκιστρωμένος από τα δυο φρύδια που συγκλίνουν μονίμως στην κορυφή της μύτης. Σήμα κατατεθέν της βαρύγδουπης σοβαρότητας που κάποτε ενέπνεε ρίγη στους ψηφοφόρους τού καθ’ ημάς σοσιαλισμού και τώρα αραδιάζει εκατομμύρια ευρώ. Μ’ αυτή τη βαρύγδουπη σοβαρότητα επαναλαμβάνει μονότονα ότι δεν είδε τίποτε από τη σκηνή του φόνου.
Τι σημασία έχουν τα έγγραφα, τα στοιχεία, οι αριθμοί των λογαριασμών, όλα αυτά που ο κοινός νους τα έχει καταχωρίσει στην επικράτεια της πραγματικότητας; Καμία. Εκείνο που μετράει είναι το ύφος, η βαθιά φωνή που κάποτε την άκουγες να κατακεραυνώνει τους πολιτικούς του αντιπάλους και τώρα τη φαντάζεσαι να κατακεραυνώνει τους δικαστές του. «Αρνούμαι να κάνω κουβέντα», «δεν περίμενα να πέσετε θύματα σκευωριών», «είστε προκατειλημμένοι», «συνήθιζα να κάνω σημειώματα, ήταν όμως καθαρά προσωπικά. Είναι χαρτιά φαντασίας, ιδέες, προτάσεις, όχι όμως προς απόδειξη. Αν επιχειρείτε μέσα από αυτά να βγάλετε οτιδήποτε κάνετε λάθος. Από αυτό το υλικό κανένας δεν μπορεί να βγάλει άκρη. Ούτε εγώ».
Η εικόνα είναι τόσο συνεπής απέναντι στον εαυτό της που αναρωτιέσαι μήπως δεν είναι θέατρο, το θέατρο που δικαιούται να παίξει κάθε κατηγορούμενος για να σωθεί. Δικαιούσαι να αναρωτηθείς μήπως έχει τόσο ταυτιστεί με το θέατρο, με το προσωπείο του, που τα πιστεύει όλ’ αυτά. Το μόνο λάθος του που παραδέχεται είναι η αγορά του ακινήτου στην Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Μήπως όντως ο Τσοχατζόπουλος πιστεύει στην αθωότητά του; Μήπως, όντως, δεν καταλαβαίνει ποιες είναι οι παρανομίες για τις οποίες τον κατηγορούν; Μήπως, όντως, ο ίδιος πιστεύει πως όλα αυτά είναι μια σκευωρία, μια τεράστια πλεκτάνη που κάποιοι του έστησαν για να τραυματίσουν το αγέρωχο ύφος του;
Είναι εύκολο θύμα ο Τσοχατζόπουλος και ειλικρινά δεν έχω καμία διάθεση να τον ειρωνευτώ. Προφυλακισμένος ο ίδιος, όπως και η γυναίκα του, και το χειρότερο η κόρη του, βρίσκεται στη δεινότερη θέση που μπορεί να βρεθεί άνθρωπος. Ξέρει πως η ποινή του θα είναι βαριά. Δεν είναι δυνατόν να μην το ξέρει. Και προσπαθώ να τον καταλάβω. Να καταλάβω ποιοι μηχανισμοί επιτρέπουν σε έναν άνθρωπο να αποκοπεί εντελώς από την πραγματικότητα, πώς λειτουργούν και πόσες αντοχές μπορούν να έχουν. Και πάλι επανέρχομαι στο ύφος. Το ύφος προδίδει τον άνθρωπο. Και το ύφος του υπόδικου που είναι ίδιο με το ύφος του κάποτε παντοδύναμου πολιτικού δεν μπορεί παρά να αποκαλύπτει πως η πλήρης αποκοπή από την πραγματικότητα δεν συντελέσθηκε προχθές. Έχει συντελεσθεί χρόνια τώρα. Και στο σημείο αυτό αρχίζουν οι γνωστές και μη εξαιρετέες, πλην όμως ανατριχιαστικές, σκέψεις. Διότι αυτός ο άνθρωπος παρά μία ψήφο θα γινόταν πρωθυπουργός της χώρας. Διότι μ’ αυτόν τον άνθρωπο, τον εντελώς αποκομμένο από την πραγματικότητα, εκστασιαζόταν ένα μεγάλο τμήμα των συμπολιτών μας. Οι ίδιοι που τώρα είναι έτοιμοι να τον κατασπαράξουν. Διότι κι αυτοί δεν είδαν τίποτε από τη σκηνή του φόνου.
Το ύφος του Ακη Τσοχατζόπουλο είναι εμβληματικό. Στη βαρύγδουπη σοβαροφάνεια που έχει οριστικά και αμετάκλητα γυρίσει την πλάτη στην πραγματικότητα συμπυκνώνεται όλη η αποτυχία του πολιτικού μας κόσμου. Ίσως στην πιο ακραία και ολοκληρωμένη της μορφή. Είναι η καρικατούρα ολόκληρης της πολιτικής ελίτ.
Θα τον θυμόμαστε πάντα να τον συνοδεύουν αστυνομικοί. Είτε για να τον προστατεύουν ως υπουργό, είτε για να τον φρουρούν ως προφυλακισμένο υπόδικο. Πάντα κάποιος ένστολος στέκει δίπλα του για να του ανοίγει την πόρτα του αυτοκινήτου, είτε είναι λεωφορείο της Αστυνομίας είτε λιμουζίνα. Σταθερό σημείο αναφοράς στη δημόσια εικόνα του, όσο σταθερό είναι και το ύφος του. Μπορεί στο δικαστήριο να εμφανίζεται καταπονημένος, αδυνατισμένος, όμως προσπαθεί να παραμείνει ευθυτενής, σαν αγκιστρωμένος από τα δυο φρύδια που συγκλίνουν μονίμως στην κορυφή της μύτης. Σήμα κατατεθέν της βαρύγδουπης σοβαρότητας που κάποτε ενέπνεε ρίγη στους ψηφοφόρους τού καθ’ ημάς σοσιαλισμού και τώρα αραδιάζει εκατομμύρια ευρώ. Μ’ αυτή τη βαρύγδουπη σοβαρότητα επαναλαμβάνει μονότονα ότι δεν είδε τίποτε από τη σκηνή του φόνου.
Τι σημασία έχουν τα έγγραφα, τα στοιχεία, οι αριθμοί των λογαριασμών, όλα αυτά που ο κοινός νους τα έχει καταχωρίσει στην επικράτεια της πραγματικότητας; Καμία. Εκείνο που μετράει είναι το ύφος, η βαθιά φωνή που κάποτε την άκουγες να κατακεραυνώνει τους πολιτικούς του αντιπάλους και τώρα τη φαντάζεσαι να κατακεραυνώνει τους δικαστές του. «Αρνούμαι να κάνω κουβέντα», «δεν περίμενα να πέσετε θύματα σκευωριών», «είστε προκατειλημμένοι», «συνήθιζα να κάνω σημειώματα, ήταν όμως καθαρά προσωπικά. Είναι χαρτιά φαντασίας, ιδέες, προτάσεις, όχι όμως προς απόδειξη. Αν επιχειρείτε μέσα από αυτά να βγάλετε οτιδήποτε κάνετε λάθος. Από αυτό το υλικό κανένας δεν μπορεί να βγάλει άκρη. Ούτε εγώ».
Η εικόνα είναι τόσο συνεπής απέναντι στον εαυτό της που αναρωτιέσαι μήπως δεν είναι θέατρο, το θέατρο που δικαιούται να παίξει κάθε κατηγορούμενος για να σωθεί. Δικαιούσαι να αναρωτηθείς μήπως έχει τόσο ταυτιστεί με το θέατρο, με το προσωπείο του, που τα πιστεύει όλ’ αυτά. Το μόνο λάθος του που παραδέχεται είναι η αγορά του ακινήτου στην Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Μήπως όντως ο Τσοχατζόπουλος πιστεύει στην αθωότητά του; Μήπως, όντως, δεν καταλαβαίνει ποιες είναι οι παρανομίες για τις οποίες τον κατηγορούν; Μήπως, όντως, ο ίδιος πιστεύει πως όλα αυτά είναι μια σκευωρία, μια τεράστια πλεκτάνη που κάποιοι του έστησαν για να τραυματίσουν το αγέρωχο ύφος του;
Είναι εύκολο θύμα ο Τσοχατζόπουλος και ειλικρινά δεν έχω καμία διάθεση να τον ειρωνευτώ. Προφυλακισμένος ο ίδιος, όπως και η γυναίκα του, και το χειρότερο η κόρη του, βρίσκεται στη δεινότερη θέση που μπορεί να βρεθεί άνθρωπος. Ξέρει πως η ποινή του θα είναι βαριά. Δεν είναι δυνατόν να μην το ξέρει. Και προσπαθώ να τον καταλάβω. Να καταλάβω ποιοι μηχανισμοί επιτρέπουν σε έναν άνθρωπο να αποκοπεί εντελώς από την πραγματικότητα, πώς λειτουργούν και πόσες αντοχές μπορούν να έχουν. Και πάλι επανέρχομαι στο ύφος. Το ύφος προδίδει τον άνθρωπο. Και το ύφος του υπόδικου που είναι ίδιο με το ύφος του κάποτε παντοδύναμου πολιτικού δεν μπορεί παρά να αποκαλύπτει πως η πλήρης αποκοπή από την πραγματικότητα δεν συντελέσθηκε προχθές. Έχει συντελεσθεί χρόνια τώρα. Και στο σημείο αυτό αρχίζουν οι γνωστές και μη εξαιρετέες, πλην όμως ανατριχιαστικές, σκέψεις. Διότι αυτός ο άνθρωπος παρά μία ψήφο θα γινόταν πρωθυπουργός της χώρας. Διότι μ’ αυτόν τον άνθρωπο, τον εντελώς αποκομμένο από την πραγματικότητα, εκστασιαζόταν ένα μεγάλο τμήμα των συμπολιτών μας. Οι ίδιοι που τώρα είναι έτοιμοι να τον κατασπαράξουν. Διότι κι αυτοί δεν είδαν τίποτε από τη σκηνή του φόνου.
Το ύφος του Ακη Τσοχατζόπουλο είναι εμβληματικό. Στη βαρύγδουπη σοβαροφάνεια που έχει οριστικά και αμετάκλητα γυρίσει την πλάτη στην πραγματικότητα συμπυκνώνεται όλη η αποτυχία του πολιτικού μας κόσμου. Ίσως στην πιο ακραία και ολοκληρωμένη της μορφή. Είναι η καρικατούρα ολόκληρης της πολιτικής ελίτ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου