Του Μπάμπη Παπαδημητρίου
Αν ζούσαμε σε κανονική χώρα, με κανονικούς πολιτικούς, θα έπρεπε να ντρέπονται για τη βαρύτατη κατηγορία που τους απευθύνει ο επικεφαλής για το ελληνικό πρόγραμμα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, συντονιστής άλλωστε της τρόικας των δανειστών.
Ο Πόουλ Τόμσεν, στα αρχικά συμπεράσματα που έστειλε στο διοικητικό συμβούλιο του Ταμείου, επιμένει σε τρεις βασικές αποτυχίες του ελληνικού προγράμματος. Όπως εξηγεί, οι «ανεπαρκείς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις εξηγούν γιατί η διόρθωση έγινε κατά κύριο λόγο μέσω της ύφεσης, ταυτοχρόνως με την άνιση κατανομή του βάρους της προσαρμογής».
Μεταξύ των τριών αποτυχιών, η πρώτη είναι η πιο απογοητευτική, βαρύτερη η δεύτερη και αποκρουστικότερη όλων η τρίτη. Έχω την περιέργεια αν η αντιπολίτευση θα εγκαλέσει τα μετά το 2010 κυβερνητικά κόμματα στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου.
Αποτελεί ντροπή για το κοινοβούλιο, που έχει ψηφίσει μερικές δεκάδες νομοθετικών ρυθμίσεων με σκοπό τη διάσωση της οικονομίας, η κατηγορία Τόμσεν σύμφωνα με την οποία «πλούσιοι και αυτοαπασχολούμενοι πολύ απλά δεν πληρώνουν το μερίδιό τους στη φορολογία». Το αποτέλεσμα είναι ότι μέσω οριζοντίων περικοπών και υψηλότερων φόρων, το βάρος πέφτει στους μισθοσυντήρητους και τους συνταξιούχους.
Η δεύτερη αποτυχία: η επίπτωση από την «αξιοσημείωτη μείωση των ονομαστικών αμοιβών, ήταν πολύ μικρή σε ό,τι αφορά την υποχώρηση των τιμών». Μισθοί και συντάξεις έπεφταν, αλλά οι τιμές αντιστάθηκαν, κυρίως στις υπηρεσίες των επαγγελματιών και στις πωλήσεις των μεγάλων εμπόρων, που διατήρησαν και, σε πολλές περιπτώσεις, αύξησαν τα περιθώρια κερδοφορίας.
Η τρίτη αποτυχία αντανακλάται στην εκτόξευση της ανεργίας, αφού οι πολλές χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις προτίμησαν να μειώσουν την απασχόληση, ώστε να διατηρήσουν τα λειτουργικά μεικτά τους κέρδη. Ο ιδιωτικός τομέας πλήρωσε ολόκληρο το τίμημα, γράφει ο κ. Τόμσεν, ενώ, «ο υπέρβαρος, σε ανθρώπινο δυναμικό, δημόσιος τομέας, δεν επλήγη λόγω του ταμπού που υπάρχει εναντίον των απολύσεων».
Βεβαίως, την ευθύνη για τις ίδιες αυτές αποτυχίες και παραλείψεις, πρέπει κανείς να τις κατανείμει και στον ίδιο τον κ. Τόμσεν και την τρόικα αφού συνυπέγραψαν σε κάθε φάση του εφαρμοσθέντος προγράμματος.
Κυρίως όμως επειδή επέτρεψαν στους πολιτικούς: (α) να προστατεύσουν τα κέρδη των κερδισμένων στα χρόνια της φούσκας, (β) να αθετήσουν κρατικές πληρωμές και να διαλύσουν πλήρως το πρόγραμμα δημόσιων ή συγχρηματοδοτούμενων επενδυτικών έργων και, (γ) να συντηρήσουν τους μηχανισμούς κομματικής επιρροής, προφανώς γύρω από το κράτος.
Αν ζούσαμε σε κανονική χώρα, με κανονικούς πολιτικούς, θα έπρεπε να ντρέπονται για τη βαρύτατη κατηγορία που τους απευθύνει ο επικεφαλής για το ελληνικό πρόγραμμα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, συντονιστής άλλωστε της τρόικας των δανειστών.
Ο Πόουλ Τόμσεν, στα αρχικά συμπεράσματα που έστειλε στο διοικητικό συμβούλιο του Ταμείου, επιμένει σε τρεις βασικές αποτυχίες του ελληνικού προγράμματος. Όπως εξηγεί, οι «ανεπαρκείς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις εξηγούν γιατί η διόρθωση έγινε κατά κύριο λόγο μέσω της ύφεσης, ταυτοχρόνως με την άνιση κατανομή του βάρους της προσαρμογής».
Μεταξύ των τριών αποτυχιών, η πρώτη είναι η πιο απογοητευτική, βαρύτερη η δεύτερη και αποκρουστικότερη όλων η τρίτη. Έχω την περιέργεια αν η αντιπολίτευση θα εγκαλέσει τα μετά το 2010 κυβερνητικά κόμματα στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου.
Αποτελεί ντροπή για το κοινοβούλιο, που έχει ψηφίσει μερικές δεκάδες νομοθετικών ρυθμίσεων με σκοπό τη διάσωση της οικονομίας, η κατηγορία Τόμσεν σύμφωνα με την οποία «πλούσιοι και αυτοαπασχολούμενοι πολύ απλά δεν πληρώνουν το μερίδιό τους στη φορολογία». Το αποτέλεσμα είναι ότι μέσω οριζοντίων περικοπών και υψηλότερων φόρων, το βάρος πέφτει στους μισθοσυντήρητους και τους συνταξιούχους.
Η δεύτερη αποτυχία: η επίπτωση από την «αξιοσημείωτη μείωση των ονομαστικών αμοιβών, ήταν πολύ μικρή σε ό,τι αφορά την υποχώρηση των τιμών». Μισθοί και συντάξεις έπεφταν, αλλά οι τιμές αντιστάθηκαν, κυρίως στις υπηρεσίες των επαγγελματιών και στις πωλήσεις των μεγάλων εμπόρων, που διατήρησαν και, σε πολλές περιπτώσεις, αύξησαν τα περιθώρια κερδοφορίας.
Η τρίτη αποτυχία αντανακλάται στην εκτόξευση της ανεργίας, αφού οι πολλές χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις προτίμησαν να μειώσουν την απασχόληση, ώστε να διατηρήσουν τα λειτουργικά μεικτά τους κέρδη. Ο ιδιωτικός τομέας πλήρωσε ολόκληρο το τίμημα, γράφει ο κ. Τόμσεν, ενώ, «ο υπέρβαρος, σε ανθρώπινο δυναμικό, δημόσιος τομέας, δεν επλήγη λόγω του ταμπού που υπάρχει εναντίον των απολύσεων».
Βεβαίως, την ευθύνη για τις ίδιες αυτές αποτυχίες και παραλείψεις, πρέπει κανείς να τις κατανείμει και στον ίδιο τον κ. Τόμσεν και την τρόικα αφού συνυπέγραψαν σε κάθε φάση του εφαρμοσθέντος προγράμματος.
Κυρίως όμως επειδή επέτρεψαν στους πολιτικούς: (α) να προστατεύσουν τα κέρδη των κερδισμένων στα χρόνια της φούσκας, (β) να αθετήσουν κρατικές πληρωμές και να διαλύσουν πλήρως το πρόγραμμα δημόσιων ή συγχρηματοδοτούμενων επενδυτικών έργων και, (γ) να συντηρήσουν τους μηχανισμούς κομματικής επιρροής, προφανώς γύρω από το κράτος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου