Απόσπασμα από άρθρο του Χρήστου Γιανναρά στην Καθημερινή
Ο πρωθυπουργός της χώρας εξαπολύει μύδρους ενάντια στον «λαϊκισμό». Χαρακτηρίζει τον λαϊκισμό σαν τη μεγαλύτερη συμφορά για τη χώρα. Και περιγράφει τη συμφορά παραθέτοντας, με ακρίβεια, τα πεπραγμένα των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ.:
«Τη θέση της ανάπτυξης πήρε ο κρατισμός. Τη θέση της αξιοκρατίας η κυριαρχία των κομματικών ημετέρων. Των πάσης φύσεως ημετέρων. Η ευημερία περνούσε μέσα από κλειστά κυκλώματα… και όλα αυτά έφεραν γιγάντωση της γραφειοκρατίας, παράλυση των επενδύσεων, περισσότερο κρατισμό, περισσότερα ελλείμματα, συνεχή συσσώρευση χρέους. Η ελληνική οικονομία… δεν παρήγε πλούτο, παρήγε εισόδημα από δανεικά» («Κ», 20.7.2014).
Δεν μας δίνει ο κ. Σαμαράς την παραμικρή εξήγηση, πώς γίνεται να καταγγέλλει αυτή τη μέγιστη συμφορά και όμως να ηγείται ο ίδιος της συνεργασίας των κομμάτων που την προκάλεσαν να κυβερνάει με το ίδιο πολιτικό προσωπικό το υπόδικο για την πρόκληση ή την ανοχή του ολέθρου. Οι πολίτες που ζούμε στο κορμί μας και στην ψυχή μας καθημερινά τον όλεθρο, δεν βλέπουμε στην πράξη του κ. Σαμαρά το παραμικρό ίχνος απόπειρας να παραμεριστούν οι «ημέτεροι», να καταξιωθεί η ποιότητα, να συντριβούν τα κλειστά κυκλώματα. Βλέπουμε τον προκλητικότερο δυνατό (κυριολεκτικά αναιδέστατο) λαϊκισμό να καθορίζει τους ανασχηματισμούς της κυβέρνησης Σαμαρά: να υπουργοποιούνται οι θλιβεροί «κλακαδόροι» των τηλεοπτικών πρωινάδικων ή οι μετριότητες που λιβανίζουν με ανατριχιαστική αναξιοπρέπεια τον αρχηγό.
Είναι φανερή η προσπάθεια του κ. Σαμαρά να προσδώσει στον λαϊκισμό και μια μονοδιάστατη (επικαιρική υποτίθεται) ερμηνεία, προκειμένου να τον χρεώσει αποκλειστικά στον πολιτικό αντίπαλο που τον πανικοβάλλει: στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο λαϊκισμός σήμερα, κατά τον κ. Σ., δίνει μάχη «για να φέρει την Ελλάδα εκτός ευρώ», «να ακυρώσει τη συμμετοχή μας στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση», «να κρατήσει άθικτες όλες τις σπατάλες του δημόσιου χρήματος», «να εμποδίσει το ξήλωμα του κρατισμού», «να κρατήσει όρθια τα προπύργια των βολεμένων».
Απορούμε οι πολίτες, γιατί ο πανικός του πρωθυπουργού απέναντι σε ένα κόμμα, το οποίο: Πρώτον, ο ίδιος το κατέστησε αξιωματική αντιπολίτευση, η δική του πολιτική το εκτίναξε από το 4,5% στο 27%. Αν ο κ. Σ. εγκατέλειπε τη διαχειριστική πολιτική, αν τολμούσε τομές θεσμικών μεταρρυθμίσεων, αν τίμια και με συνέπεια διέλυε το πελατειακό κράτος, αν πίστευε πραγματικά στην αξιοκρατία, σητν ποιότηταμ, στην καταξίωση της αριστείας, ο ΣΥΡΙΖΑ, μέσα σε ελάχιστο χρόνο, θα ξαναγυρνούσε στα φυσιολογικά του εκλογικά ποσοστά.
Απορούμε, γιατί τέτοιος πανικός απέναντι σε ένα κόμμα, το οποίο: Δεύτερον, τα εκλογικά του ποσοστά δεν καταγράφουν πολιτική προτίμηση, αλλά μόνο την οργή και την αηδία των ψηφοφόρων. Αυτό το έχει αντιληφθεί ο κάθε πολίτης, και ο πιο αμβλύνους, που παραμένει σε επαφή με την κοινωνική πραγματικότητα. Η ψήφος που δόθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ φιλοδοξούσε, σε μεγάλο ποσοστό, να είναι ένα ηχηρό χαστούκι στην ανικανότητα και στην αδίστακτη φαυλότητα του πρασινογάλαζου ΠΑΣΟΚ.
Γιατί ο πανικός του πρωθυπουργού απέναντι σε ένα κόμμα, το οποίο: Τρίτον, είναι απόλυτα πειθαρχημένο στη διαχειριστική εκδοχή της πολιτικής, την κυρίαρχη σε ολόκληρο το πολιτικό μας σύστημα εκδοχή – είναι, δηλαδή, ένα ακόμα κόμμα ολοφάνερα αυτοκαταστροφικό. Δεν επαγγέλεται τομές ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν έχει κοινωνική πρόταση ούτε βλέψεις κοινωνικού μετασχηματισμού, κατάλυσης του πελατειακού κράτους. Την παρακμή θέλει κι αυτός να διαχειριστεί με την παλαιοημερολογίτικη συνταγή αναδιανομής των παροχών.
Ο πρωθυπουργός της χώρας εξαπολύει μύδρους ενάντια στον «λαϊκισμό». Χαρακτηρίζει τον λαϊκισμό σαν τη μεγαλύτερη συμφορά για τη χώρα. Και περιγράφει τη συμφορά παραθέτοντας, με ακρίβεια, τα πεπραγμένα των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ.:
«Τη θέση της ανάπτυξης πήρε ο κρατισμός. Τη θέση της αξιοκρατίας η κυριαρχία των κομματικών ημετέρων. Των πάσης φύσεως ημετέρων. Η ευημερία περνούσε μέσα από κλειστά κυκλώματα… και όλα αυτά έφεραν γιγάντωση της γραφειοκρατίας, παράλυση των επενδύσεων, περισσότερο κρατισμό, περισσότερα ελλείμματα, συνεχή συσσώρευση χρέους. Η ελληνική οικονομία… δεν παρήγε πλούτο, παρήγε εισόδημα από δανεικά» («Κ», 20.7.2014).
Δεν μας δίνει ο κ. Σαμαράς την παραμικρή εξήγηση, πώς γίνεται να καταγγέλλει αυτή τη μέγιστη συμφορά και όμως να ηγείται ο ίδιος της συνεργασίας των κομμάτων που την προκάλεσαν να κυβερνάει με το ίδιο πολιτικό προσωπικό το υπόδικο για την πρόκληση ή την ανοχή του ολέθρου. Οι πολίτες που ζούμε στο κορμί μας και στην ψυχή μας καθημερινά τον όλεθρο, δεν βλέπουμε στην πράξη του κ. Σαμαρά το παραμικρό ίχνος απόπειρας να παραμεριστούν οι «ημέτεροι», να καταξιωθεί η ποιότητα, να συντριβούν τα κλειστά κυκλώματα. Βλέπουμε τον προκλητικότερο δυνατό (κυριολεκτικά αναιδέστατο) λαϊκισμό να καθορίζει τους ανασχηματισμούς της κυβέρνησης Σαμαρά: να υπουργοποιούνται οι θλιβεροί «κλακαδόροι» των τηλεοπτικών πρωινάδικων ή οι μετριότητες που λιβανίζουν με ανατριχιαστική αναξιοπρέπεια τον αρχηγό.
Είναι φανερή η προσπάθεια του κ. Σαμαρά να προσδώσει στον λαϊκισμό και μια μονοδιάστατη (επικαιρική υποτίθεται) ερμηνεία, προκειμένου να τον χρεώσει αποκλειστικά στον πολιτικό αντίπαλο που τον πανικοβάλλει: στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο λαϊκισμός σήμερα, κατά τον κ. Σ., δίνει μάχη «για να φέρει την Ελλάδα εκτός ευρώ», «να ακυρώσει τη συμμετοχή μας στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση», «να κρατήσει άθικτες όλες τις σπατάλες του δημόσιου χρήματος», «να εμποδίσει το ξήλωμα του κρατισμού», «να κρατήσει όρθια τα προπύργια των βολεμένων».
Απορούμε οι πολίτες, γιατί ο πανικός του πρωθυπουργού απέναντι σε ένα κόμμα, το οποίο: Πρώτον, ο ίδιος το κατέστησε αξιωματική αντιπολίτευση, η δική του πολιτική το εκτίναξε από το 4,5% στο 27%. Αν ο κ. Σ. εγκατέλειπε τη διαχειριστική πολιτική, αν τολμούσε τομές θεσμικών μεταρρυθμίσεων, αν τίμια και με συνέπεια διέλυε το πελατειακό κράτος, αν πίστευε πραγματικά στην αξιοκρατία, σητν ποιότηταμ, στην καταξίωση της αριστείας, ο ΣΥΡΙΖΑ, μέσα σε ελάχιστο χρόνο, θα ξαναγυρνούσε στα φυσιολογικά του εκλογικά ποσοστά.
Απορούμε, γιατί τέτοιος πανικός απέναντι σε ένα κόμμα, το οποίο: Δεύτερον, τα εκλογικά του ποσοστά δεν καταγράφουν πολιτική προτίμηση, αλλά μόνο την οργή και την αηδία των ψηφοφόρων. Αυτό το έχει αντιληφθεί ο κάθε πολίτης, και ο πιο αμβλύνους, που παραμένει σε επαφή με την κοινωνική πραγματικότητα. Η ψήφος που δόθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ φιλοδοξούσε, σε μεγάλο ποσοστό, να είναι ένα ηχηρό χαστούκι στην ανικανότητα και στην αδίστακτη φαυλότητα του πρασινογάλαζου ΠΑΣΟΚ.
Γιατί ο πανικός του πρωθυπουργού απέναντι σε ένα κόμμα, το οποίο: Τρίτον, είναι απόλυτα πειθαρχημένο στη διαχειριστική εκδοχή της πολιτικής, την κυρίαρχη σε ολόκληρο το πολιτικό μας σύστημα εκδοχή – είναι, δηλαδή, ένα ακόμα κόμμα ολοφάνερα αυτοκαταστροφικό. Δεν επαγγέλεται τομές ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν έχει κοινωνική πρόταση ούτε βλέψεις κοινωνικού μετασχηματισμού, κατάλυσης του πελατειακού κράτους. Την παρακμή θέλει κι αυτός να διαχειριστεί με την παλαιοημερολογίτικη συνταγή αναδιανομής των παροχών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου