Δημήτρης Δανίκας
Ιερό τέρος, αξεπέραστος, σαρωτικός, παράδειγμα προς μίμηση, ο επίγειος θεός, ο ένας και μοναδικός. Επειδή έπαιζε με το σώμα. Επειδή κάθε κύτταρο του εκκένωνε ηλεκτρικό ρεύμα προς το κοινό αλλά και προς τους συμπρωταγωνιστές του. Επειδή ήταν το απόλυτο «εργαλείο» και ο μέγας σολίστας της «ορχήστρας» του φημισμένου Actor’s studio. Επειδή στο «Λεωφορείο ο πόθος», όταν ήταν μόλις 27 ετών, εκτόπιζε το σύμπαν και ανάγκαζε ακόμα και του φακούς των κινηματογραφικών μηχανών του Ηλία Καζάν να υποκλιθούν στο μεγαλείο του.
Αλλά και επειδή τόσο στον «Νονό» το 1972, όσο και στην «Αποκάλυψη τώρα», αμφότερες ταινίες μεγαλουργήματα του Φράνσις Φορντ Κόπολα, κατάφερε με την απολυταρχική του μεγαλοπρέπεια να σκηνοθετήσει τον ρόλο του και να κάνει το δικό του.
Σε σχέση με την μοναδικότητά του, ελάχιστη η ποσότητα των Όσκαρ που κέρδισε. Μόλις δύο. Το πρώτο για το «Λιμάνι της αγωνίας» (1954) και το δεύτερο για τον πρώτο «Νονό». Ελάχιστες και οι υποψηφιότητές στις λίστες των Όσκαρ. Μόλις έξι. Ο πραγματικός λόγος εντελώς προσωπικός. Η ερμηνευτική του ανωτερότητα και η σπάνια δεινότητα με την οποία υπηρέτησε, σε αρκετές ταινίες, την Τέχνη της Υποκριτικής, σε συνδυασμό με την αλαζονεία του, τον έκαναν αντιπαθητικό, εχθρικό, απωθητικό στο πλήθος των συναδέλφων του.
Αυτή ακριβώς η μοναδικότητά του και τα καλλιτεχνικά του χαρίσματα ήταν το εφαλτήριο που εκτόξευσαν στο υπερπέραν την εγωπάθειά του. Ο Μάρλον άρχισε να πιστεύει ότι είναι επίγειος θεός. Ότι είναι προικισμένος με την ασυλία των θεών του Ολύμπου. Ότι του επιτρέπεται να κάνει ότι γουστάρει. Και ότι χωρίς αυτόν ο κόσμος του θεάματος είναι νεκρός.
Αποτέλεσμα; Κάθε σχέση του και ένας «θάνατος». Ότι έπιανε το κατέστρεφε. Γυναίκες, άντρες (είχε πάει και με άντρες, όπως ας πούμε ο Ροκ Χάντσον και ο Κάρι Γκραντ), ακόμα και τα παιδιά του. Αποκορύφωμα; Ένας από τους γιους του να δολοφονήσει τον εραστή της ετεροθαλούς αδελφής του. Η οποία στην συνέχεια αυτοκτόνησε!
Εξουθενωμένος, περιφρονημένος, αλκοολικός και σχεδόν τελειωμένος, καταλήγει τα τελευταία χρόνια να περιφέρεται τσαλακωμένος, μεταμορφωμένος, αγνώριστος, υπέρβαρος και φουσκωμένος. Ποιος; Ο Μάρλον. Ο κούκλος. Ο θεός. Ο ένας και μοναδικός!
Από το ρετιρέ στα υπόγεια. Από τον έναστρο ουρανό στην λάσπη και τον βούρκο. Από την αποθέωση στην περιφρόνηση. Από τον θρίαμβο στην χρεοκοπία. Από τον θρόνο της εξουσίας στην μοναξιά, την εγκατάλειψη, την χλεύη και την ανυπαρξία!
Κι όμως ακόμα και σήμερα, όπως συμβαίνει λόγου χάριν με τον Ράιαν Γκόσλινγκ, όλοι μα όλοι οι αστέρες του Χόλιγουντ αναφέρονται και προσπαθούν να αντιγράψουν την Μέθοδο του Μάρλον.
Το επιμύθιο γνωστό. Τα έκανε όλα. Τους «καταβρόχθισε» όλους. Τα βίωσε όλα. Ένα πράγμα, μέσα στην φρενίτιδα της φιλαυτίας και της υπέρμετρης ματαιοδοξίας του, αγνόησε. Αυτό που λέει ο φτωχός λαός. Αυτό που έλεγε η νόνα μου. Όπως στρώσεις θα κοιμηθείς!
Μου διέφυγε. Sorry Marlon! Μου διέφυγε η επέτειος των δέκα χρόνων.
Από τότε που σε ηλικία ογδόντα ετών, έκλεισε οριστικά τα μάτια του ο Μάρλον Μπράντο. Ήταν η πρώτη Ιουλίου του 2004. Τότε που το θηρίο, το «κτήνος» για πολλές από τις γυναίκες και το πλήθος των παιδιών του, εγκατέλειψε οριστικά αυτόν τον μάταιο κόσμο.Ιερό τέρος, αξεπέραστος, σαρωτικός, παράδειγμα προς μίμηση, ο επίγειος θεός, ο ένας και μοναδικός. Επειδή έπαιζε με το σώμα. Επειδή κάθε κύτταρο του εκκένωνε ηλεκτρικό ρεύμα προς το κοινό αλλά και προς τους συμπρωταγωνιστές του. Επειδή ήταν το απόλυτο «εργαλείο» και ο μέγας σολίστας της «ορχήστρας» του φημισμένου Actor’s studio. Επειδή στο «Λεωφορείο ο πόθος», όταν ήταν μόλις 27 ετών, εκτόπιζε το σύμπαν και ανάγκαζε ακόμα και του φακούς των κινηματογραφικών μηχανών του Ηλία Καζάν να υποκλιθούν στο μεγαλείο του.
Αλλά και επειδή τόσο στον «Νονό» το 1972, όσο και στην «Αποκάλυψη τώρα», αμφότερες ταινίες μεγαλουργήματα του Φράνσις Φορντ Κόπολα, κατάφερε με την απολυταρχική του μεγαλοπρέπεια να σκηνοθετήσει τον ρόλο του και να κάνει το δικό του.
Σε σχέση με την μοναδικότητά του, ελάχιστη η ποσότητα των Όσκαρ που κέρδισε. Μόλις δύο. Το πρώτο για το «Λιμάνι της αγωνίας» (1954) και το δεύτερο για τον πρώτο «Νονό». Ελάχιστες και οι υποψηφιότητές στις λίστες των Όσκαρ. Μόλις έξι. Ο πραγματικός λόγος εντελώς προσωπικός. Η ερμηνευτική του ανωτερότητα και η σπάνια δεινότητα με την οποία υπηρέτησε, σε αρκετές ταινίες, την Τέχνη της Υποκριτικής, σε συνδυασμό με την αλαζονεία του, τον έκαναν αντιπαθητικό, εχθρικό, απωθητικό στο πλήθος των συναδέλφων του.
Αυτή ακριβώς η μοναδικότητά του και τα καλλιτεχνικά του χαρίσματα ήταν το εφαλτήριο που εκτόξευσαν στο υπερπέραν την εγωπάθειά του. Ο Μάρλον άρχισε να πιστεύει ότι είναι επίγειος θεός. Ότι είναι προικισμένος με την ασυλία των θεών του Ολύμπου. Ότι του επιτρέπεται να κάνει ότι γουστάρει. Και ότι χωρίς αυτόν ο κόσμος του θεάματος είναι νεκρός.
Αποτέλεσμα; Κάθε σχέση του και ένας «θάνατος». Ότι έπιανε το κατέστρεφε. Γυναίκες, άντρες (είχε πάει και με άντρες, όπως ας πούμε ο Ροκ Χάντσον και ο Κάρι Γκραντ), ακόμα και τα παιδιά του. Αποκορύφωμα; Ένας από τους γιους του να δολοφονήσει τον εραστή της ετεροθαλούς αδελφής του. Η οποία στην συνέχεια αυτοκτόνησε!
Εξουθενωμένος, περιφρονημένος, αλκοολικός και σχεδόν τελειωμένος, καταλήγει τα τελευταία χρόνια να περιφέρεται τσαλακωμένος, μεταμορφωμένος, αγνώριστος, υπέρβαρος και φουσκωμένος. Ποιος; Ο Μάρλον. Ο κούκλος. Ο θεός. Ο ένας και μοναδικός!
Από το ρετιρέ στα υπόγεια. Από τον έναστρο ουρανό στην λάσπη και τον βούρκο. Από την αποθέωση στην περιφρόνηση. Από τον θρίαμβο στην χρεοκοπία. Από τον θρόνο της εξουσίας στην μοναξιά, την εγκατάλειψη, την χλεύη και την ανυπαρξία!
Κι όμως ακόμα και σήμερα, όπως συμβαίνει λόγου χάριν με τον Ράιαν Γκόσλινγκ, όλοι μα όλοι οι αστέρες του Χόλιγουντ αναφέρονται και προσπαθούν να αντιγράψουν την Μέθοδο του Μάρλον.
Το επιμύθιο γνωστό. Τα έκανε όλα. Τους «καταβρόχθισε» όλους. Τα βίωσε όλα. Ένα πράγμα, μέσα στην φρενίτιδα της φιλαυτίας και της υπέρμετρης ματαιοδοξίας του, αγνόησε. Αυτό που λέει ο φτωχός λαός. Αυτό που έλεγε η νόνα μου. Όπως στρώσεις θα κοιμηθείς!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου