Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
Πριν από κάτι δεκαετίες, κουρασμένοι από τους γέροντες της δημοκρατίας, προσδοκούσαμε τη μετάγγιση νέου αίματος το οποίο θα ανανέωνε τους χυμούς της πολιτικής, της χώρας και γενικότερα του έθνους. Οι μεγάλες πολιτικές οικογένειες φρόντισαν να μη μας απογοητεύσουν. Στέργοντας την πατρίδα, μην αντέχοντας να την αφήσουν ορφανή, της κληροδότησαν τους γόνους τους. Διαπιστώνοντας πως πίσω από τα ίδια ονόματα κρύβονταν σαραντάρηδες και πενηντάρηδες, το έθνος, το οποίο ακόμη και στα εξήντα σου σε θεωρεί πολλά υποσχόμενο, γλίτωσε από τον κόπο που απαιτεί η αποστήθιση νέων ονομάτων, ενώ συγχρόνως εισέπνευσε το οξυγόνο του έαρος και της ανανέωσης. Οι νέοι διοικητές ήταν παιδιά των πρώην διοικητών με περγαμηνές διδακτορικού επιπέδου από αγγλοσαξονικά ιδρύματα ως επί το πλείστον, έτοιμα να χορηγήσουν τις γνώσεις τους στη γλυκιά πατρίδα.
Τους περισσότερους, η πελατεία των πατεράδων τους ήξερε από τόσους δα – με τη χαρακτηριστική χειρονομία που δείχνει ύψος παιδικών διαστάσεων. Μπορούσε ακόμη και να τους μιλάει και στον ενικό. Ο Γιωργάκης δεν έγινε ποτέ του Γιώργος, και ο Κώστας ή Κωστάκης διακρινόταν ως η φρέσκια αντίστιξη στον πεπαλαιωμένο οίνο που άκουγε στο όνομα Κωνσταντίνος. Ήταν η γενιά που στο γύρισμα της χιλιετίας πλησίαζε τα πενήντα, τη χούντα την είχε καταχωρίσει στις αναμνήσεις της εφηβείας της και είχε ανδρωθεί στα πρώτα χρόνια της δημοκρατίας. Τη διέκριναν η άνεση, η χαλαρότητα των κοινωνικών συναναστροφών και η λεγόμενη «ακομπλεξάριστη» συμπεριφορά. Ο ένας μπορούσε να μιλάει δημοσία για «νταβατζήδες» –ούτε καν μαστροπούς– και να καταναλίσκει χοληστερίνη κατά βούληση, και ο άλλος να τραβάει κουπί σε κανό και να δηλώνει «αντιεξουσιαστής στην εξουσία».
Τυχερή γενιά μέσα στην ατυχία της. Τυχερή, γιατί βρέθηκε στην εξουσία χωρίς να θυσιάσει ούτε σταγόνα ιδρώτα, άτυχη, γιατί γέρασε και μαράθηκε πριν ακόμη προλάβει να ωριμάσει. Πώς το λέει ο Ησίοδος για εκείνο το τελευταίο γένος που τα παιδιά θα γεννιούνται γερασμένα; Το πλήθος τους ανέβαζε και τους κατέβαζε με συνοπτικές διαδικασίες. Κι όταν εφθάρησαν κι αυτοί, είχε έρθει η στιγμή για την πραγματική ανανέωση της πολιτικής σκηνής. Νέα πρόσωπα, αγνώστων λοιπών στοιχείων, άφθαρτα, έτοιμα να προσφέρουν και να θυσιασθούν για το καλό του τόπου κατέκλυσαν τα έδρανα του Κοινοβουλίου. Αν δεν κάνω λάθος, η παρούσα Βουλή έχει το μεγαλύτερο ποσοστό πρωτοεκλεγμένων βουλευτών από τότε που γεννήθηκε η Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία – για τις προηγούμενες οι ιστορικές μου γνώσεις δεν με βοηθούν.
Ας αφήσουμε κατά μέρος τα ονόματα. Και ας ρίξουμε μια ματιά στην πολιτική ουσία, αυτό το πολύτιμο απόσταγμα απόψεων και συμπεριφορών που τόσο έχει ανάγκη ο τόπος στους δυσμενείς καιρούς. Πάρτε τη Χρυσή Αυγή· νέοι, φρεσκότατοι, με αργασμένα μπράτσα και πίστη στο έθνος. Καλλιεργούν το ιδιόλεκτο της ελληνικούρας, σαν λοχίες σε κέντρο νεοσυλλέκτων της εμφυλιακής Ελλάδας, αστειεύονται σαν αμόρφωτοι καραβανάδες και ασκούν πολιτική όπως οι «πόρτες» στα σκυλάδικα. Είναι παιδιά ενός λαού που τον κατάντησαν να θεωρεί την αγραμματοσύνη περγαμηνή και τον ανδρισμό ύστατο πολιτικό επιχείρημα. Η ειδεχθής αναφορά στον κ. Βεστερβέλε αξίζει όσο δέκα ναζιστικοί χαιρετισμοί. Κι αυτούς τους ψηφίζουν, για να σώσουν την αξιοπρέπεια του τόπου, δήθεν αθώοι πολίτες.
Άλλοι που θα σώσουν την αξιοπρέπεια του τόπου, οι Ανεξάρτητοι Ελληνες. Το λέει και το όνομά τους. Ποιο είναι το νέο αίμα που καταθέτουν στη δημοκρατία; Ελάτε τώρα, όλοι μας έχουμε βρεθεί σε καβγά σε καφενείο όπου οι ρήτορες καταγγέλλουν τους προδότες με επιχειρήματα του τύπου «αριστερότερα Κουροπάτκιν» – ή δεξιότερα. Δεν τους ηρεμεί ούτε ο καφές που τους σερβίρει ο ταλαίπωρος καφετζής.
Υπάρχει και ο ΣΥΡΙΖΑ, με τον νέο αρχηγό που του αρέσει να πετάει στίχους του Σαββόπουλου και να λέει ότι διαβάζει Ζίζεκ. Ενα κράμα σχολικού δεκαπενταμελούς που νομίζει ότι θα καταλάβει, και θα σώσει, τον σύγχρονο κόσμο με τη σοφία του Βελουχιώτη, τους γουναράδες και την εμφυλιοπολεμική ρητορική της δεκαετίας του ’50. Ένα τουρλουμπούκι από Μάη του ’68, αρχειομαρξισμό και «ακομπλεξάριστο» φοιτητικό κίνημα της δεκαετίας ’80, ’90 και βάλε. Είναι το νέο αίμα της Αριστεράς, που σε κάνει να λες «πού ’σαι νιότη που ’λεγες». Το ΚΚΕ, ως αναπαλαιωμένο κτίριο του μεσοπολέμου, δεν διαθέτει, ευτυχώς, νέο αίμα.
Άφησα για το τέλος το νέο αίμα που κυκλοφορεί κάπου ανάμεσα σε Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ. Αυτοί διαθέτουν την αλαζονεία του θνήσκοντος δικομματισμού, μια μικρομέγαλη ρητορική, παρωχημένα στερεότυπα και μπόλικη ηθικοπλαστική διάθεση. Ο τόπος πρέπει να μείνει όρθιος, πρέπει να μείνει ζωντανός. Μα πώς θα μείνει όρθιος, και πώς θα μείνει ζωντανός, όταν το νέο αίμα της δημοκρατίας είναι πιο κουρασμένο κι από το παλιό; Πτωχεύσαμε, αλλά την τέχνη της πτώχευσης δεν τη μάθαμε ακόμη.
Πριν από κάτι δεκαετίες, κουρασμένοι από τους γέροντες της δημοκρατίας, προσδοκούσαμε τη μετάγγιση νέου αίματος το οποίο θα ανανέωνε τους χυμούς της πολιτικής, της χώρας και γενικότερα του έθνους. Οι μεγάλες πολιτικές οικογένειες φρόντισαν να μη μας απογοητεύσουν. Στέργοντας την πατρίδα, μην αντέχοντας να την αφήσουν ορφανή, της κληροδότησαν τους γόνους τους. Διαπιστώνοντας πως πίσω από τα ίδια ονόματα κρύβονταν σαραντάρηδες και πενηντάρηδες, το έθνος, το οποίο ακόμη και στα εξήντα σου σε θεωρεί πολλά υποσχόμενο, γλίτωσε από τον κόπο που απαιτεί η αποστήθιση νέων ονομάτων, ενώ συγχρόνως εισέπνευσε το οξυγόνο του έαρος και της ανανέωσης. Οι νέοι διοικητές ήταν παιδιά των πρώην διοικητών με περγαμηνές διδακτορικού επιπέδου από αγγλοσαξονικά ιδρύματα ως επί το πλείστον, έτοιμα να χορηγήσουν τις γνώσεις τους στη γλυκιά πατρίδα.
Τους περισσότερους, η πελατεία των πατεράδων τους ήξερε από τόσους δα – με τη χαρακτηριστική χειρονομία που δείχνει ύψος παιδικών διαστάσεων. Μπορούσε ακόμη και να τους μιλάει και στον ενικό. Ο Γιωργάκης δεν έγινε ποτέ του Γιώργος, και ο Κώστας ή Κωστάκης διακρινόταν ως η φρέσκια αντίστιξη στον πεπαλαιωμένο οίνο που άκουγε στο όνομα Κωνσταντίνος. Ήταν η γενιά που στο γύρισμα της χιλιετίας πλησίαζε τα πενήντα, τη χούντα την είχε καταχωρίσει στις αναμνήσεις της εφηβείας της και είχε ανδρωθεί στα πρώτα χρόνια της δημοκρατίας. Τη διέκριναν η άνεση, η χαλαρότητα των κοινωνικών συναναστροφών και η λεγόμενη «ακομπλεξάριστη» συμπεριφορά. Ο ένας μπορούσε να μιλάει δημοσία για «νταβατζήδες» –ούτε καν μαστροπούς– και να καταναλίσκει χοληστερίνη κατά βούληση, και ο άλλος να τραβάει κουπί σε κανό και να δηλώνει «αντιεξουσιαστής στην εξουσία».
Τυχερή γενιά μέσα στην ατυχία της. Τυχερή, γιατί βρέθηκε στην εξουσία χωρίς να θυσιάσει ούτε σταγόνα ιδρώτα, άτυχη, γιατί γέρασε και μαράθηκε πριν ακόμη προλάβει να ωριμάσει. Πώς το λέει ο Ησίοδος για εκείνο το τελευταίο γένος που τα παιδιά θα γεννιούνται γερασμένα; Το πλήθος τους ανέβαζε και τους κατέβαζε με συνοπτικές διαδικασίες. Κι όταν εφθάρησαν κι αυτοί, είχε έρθει η στιγμή για την πραγματική ανανέωση της πολιτικής σκηνής. Νέα πρόσωπα, αγνώστων λοιπών στοιχείων, άφθαρτα, έτοιμα να προσφέρουν και να θυσιασθούν για το καλό του τόπου κατέκλυσαν τα έδρανα του Κοινοβουλίου. Αν δεν κάνω λάθος, η παρούσα Βουλή έχει το μεγαλύτερο ποσοστό πρωτοεκλεγμένων βουλευτών από τότε που γεννήθηκε η Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία – για τις προηγούμενες οι ιστορικές μου γνώσεις δεν με βοηθούν.
Ας αφήσουμε κατά μέρος τα ονόματα. Και ας ρίξουμε μια ματιά στην πολιτική ουσία, αυτό το πολύτιμο απόσταγμα απόψεων και συμπεριφορών που τόσο έχει ανάγκη ο τόπος στους δυσμενείς καιρούς. Πάρτε τη Χρυσή Αυγή· νέοι, φρεσκότατοι, με αργασμένα μπράτσα και πίστη στο έθνος. Καλλιεργούν το ιδιόλεκτο της ελληνικούρας, σαν λοχίες σε κέντρο νεοσυλλέκτων της εμφυλιακής Ελλάδας, αστειεύονται σαν αμόρφωτοι καραβανάδες και ασκούν πολιτική όπως οι «πόρτες» στα σκυλάδικα. Είναι παιδιά ενός λαού που τον κατάντησαν να θεωρεί την αγραμματοσύνη περγαμηνή και τον ανδρισμό ύστατο πολιτικό επιχείρημα. Η ειδεχθής αναφορά στον κ. Βεστερβέλε αξίζει όσο δέκα ναζιστικοί χαιρετισμοί. Κι αυτούς τους ψηφίζουν, για να σώσουν την αξιοπρέπεια του τόπου, δήθεν αθώοι πολίτες.
Άλλοι που θα σώσουν την αξιοπρέπεια του τόπου, οι Ανεξάρτητοι Ελληνες. Το λέει και το όνομά τους. Ποιο είναι το νέο αίμα που καταθέτουν στη δημοκρατία; Ελάτε τώρα, όλοι μας έχουμε βρεθεί σε καβγά σε καφενείο όπου οι ρήτορες καταγγέλλουν τους προδότες με επιχειρήματα του τύπου «αριστερότερα Κουροπάτκιν» – ή δεξιότερα. Δεν τους ηρεμεί ούτε ο καφές που τους σερβίρει ο ταλαίπωρος καφετζής.
Υπάρχει και ο ΣΥΡΙΖΑ, με τον νέο αρχηγό που του αρέσει να πετάει στίχους του Σαββόπουλου και να λέει ότι διαβάζει Ζίζεκ. Ενα κράμα σχολικού δεκαπενταμελούς που νομίζει ότι θα καταλάβει, και θα σώσει, τον σύγχρονο κόσμο με τη σοφία του Βελουχιώτη, τους γουναράδες και την εμφυλιοπολεμική ρητορική της δεκαετίας του ’50. Ένα τουρλουμπούκι από Μάη του ’68, αρχειομαρξισμό και «ακομπλεξάριστο» φοιτητικό κίνημα της δεκαετίας ’80, ’90 και βάλε. Είναι το νέο αίμα της Αριστεράς, που σε κάνει να λες «πού ’σαι νιότη που ’λεγες». Το ΚΚΕ, ως αναπαλαιωμένο κτίριο του μεσοπολέμου, δεν διαθέτει, ευτυχώς, νέο αίμα.
Άφησα για το τέλος το νέο αίμα που κυκλοφορεί κάπου ανάμεσα σε Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ. Αυτοί διαθέτουν την αλαζονεία του θνήσκοντος δικομματισμού, μια μικρομέγαλη ρητορική, παρωχημένα στερεότυπα και μπόλικη ηθικοπλαστική διάθεση. Ο τόπος πρέπει να μείνει όρθιος, πρέπει να μείνει ζωντανός. Μα πώς θα μείνει όρθιος, και πώς θα μείνει ζωντανός, όταν το νέο αίμα της δημοκρατίας είναι πιο κουρασμένο κι από το παλιό; Πτωχεύσαμε, αλλά την τέχνη της πτώχευσης δεν τη μάθαμε ακόμη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου