Αριστείδης Χατζής
Έχω εκφράσει πολλές φορές δημόσια τις απόψεις μου για την κατάσταση στα ελληνικά Πανεπιστήμια. Για τους επαγγελματίες τραμπούκους και τις θλιβερές ομαδούλες των κομματόσκυλων που επιβάλλουν με τη βία τις ιδεοληψίες τους εξευτελίζοντας τις συλλογικές διαδικασίες και προσβάλλοντας κάθε έννοια νομιμότητας.
Το βαθύ αντιδραστικό πανεπιστήμιο (και οι εκτός πανεπιστημίου συνήγοροί του) αντιμετωπίζουν ως την μητέρα των μαχών τη σύγκρουση με τη νόμιμη ηγεσία των πανεπιστημίων – μια ηγεσία με πολύ μεγάλη νομιμοποίηση όπως έδειξε η πρωτοφανής συμμετοχή των μελών ΔΕΠ στη διαδικασία εκλογής τους. Δεν ξέρω πώς θα λήξει αυτή η μάχη αλλά η εμπειρία δεν μου επιτρέπει να είμαι αισιόδοξος. Η ανομία και οι δυνάμεις της αντίδρασης κερδίζουν συστηματικά τις μάχες στη χώρα μας. Δεν βλέπω πώς θα χάσουν αυτήν. Έχουν απεριόριστο χρόνο, είναι φανατικοί και έχουν να αντιμετωπίσουν μια σιωπηρή και φοβισμένη πλειοψηφία.
Τα χθεσινά και τα σημερινά γεγονότα είναι ενδεικτικά. Το «βαθύ Πανεπιστήμιο» αντιδρά λυσσασμένα διεκδικώντας το «δικαίωμα» στην παράνομη κατάληψη, την καταστροφή, την παρωδία συνελεύσεων και τη γελοιοποίηση κάθε δημοκρατικής διαδικασίας. Απέναντί του όμως δεν έχει (όπως θα έπρεπε) την πλειονότητα των φοιτητών και των καθηγητών που το απεχθάνονται και που το υφίστανται καθημερινά βαρυγκωμώντας. Δεν έχει απέναντί του σύσσωμη την πανεπιστημιακή κοινότητα που το θεωρεί το μεγαλύτερο βαρίδι για τον εκσυγχρονισμό μαζί με τη διαχρονική αδιαφορία των κυβερνήσεων. Το χρέος μας δυστυχώς δεν το έχουμε κάνει και είμαστε υπόλογοι στην ελληνική κοινωνία (και) γι’ αυτό.
Αντίθετα οι επαγγελματίες τραμπούκοι έχουν απέναντι τον αγαπημένο αντίπαλο αλλά και μακροχρόνιο σύμμαχό τους, το βαθύ ελληνικό κράτος. Επιβιώνουν μαζί σαν σιαμαία. Ο ένας από το αίμα του άλλου.
Το βαθύ κράτος σήμερα και χθες έκανε ό,τι μπορούσε για να στηρίξει τους συμμάχους του. Η αστυνομία δεν αρκέστηκε να υπερασπίσει τον χώρο του πανεπιστημίου από τους εισβολείς και να τους απωθήσει. Υπερέβαλλε ακόμα μια φορά στην άσκηση βίας – άσκοπης, περιττής, αναίτιας.
«Βρίσκονταν σε άμυνα!», θα μου πείτε.
Όμως υπερέβησαν τα όριά της και μάλιστα με πρόθεση.
«Δεν μπορείς εσύ να καταλάβεις το πώς αισθάνονται οι αστυνομικοί την ώρα που δέχονται επίθεση!»
Όχι, δεν μπορώ. Αλλά δεν είμαι ούτε εκπαιδευμένος ούτε επαγγελματίας όπως αυτοί.
«Αποφασίστε! Θέλετε να προστατευθεί η νομιμότητα στο Πανεπιστήμιο ή όχι;»
Δηλαδή η νομιμότητα μπορεί να προστατευθεί μόνο δια της παραβίασής της;
Το αποτέλεσμα βέβαια αυτής της λυκοφιλίας θα το δούμε την Τρίτη. Όταν θα αποχωρήσουν τα ΜΑΤ θα έχουμε εμείς να αντιμετωπίσουμε τα συνεταιράκια τους. Στην καλύτερη περίπτωση θα μας κλείσουν ξανά έξω από το πανεπιστήμιο. Στη χειρότερη θα ξεκινήσει ένας νέος κύκλος βίας εναντίον όποιων τολμούν να τα βάλουν μαζί τους. Κι εμείς; Όσο δεν μας ενοχλούν και μας επιτρέπουν να κάνουμε τη δουλίτσα μας και να παίρνουμε τον μισθουλάκο μας θα παραμερίζουμε όταν τους βλέπουμε να αρπάζουν, θα κλείνουμε τα μάτια όταν τους βλέπουμε να διαλύουν ό,τι απέμεινε, θα παραμένουμε σιωπηλοί, “δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα.”
Και φυσικά θα προσμένουμε το θάμα.
Έχω εκφράσει πολλές φορές δημόσια τις απόψεις μου για την κατάσταση στα ελληνικά Πανεπιστήμια. Για τους επαγγελματίες τραμπούκους και τις θλιβερές ομαδούλες των κομματόσκυλων που επιβάλλουν με τη βία τις ιδεοληψίες τους εξευτελίζοντας τις συλλογικές διαδικασίες και προσβάλλοντας κάθε έννοια νομιμότητας.
Το βαθύ αντιδραστικό πανεπιστήμιο (και οι εκτός πανεπιστημίου συνήγοροί του) αντιμετωπίζουν ως την μητέρα των μαχών τη σύγκρουση με τη νόμιμη ηγεσία των πανεπιστημίων – μια ηγεσία με πολύ μεγάλη νομιμοποίηση όπως έδειξε η πρωτοφανής συμμετοχή των μελών ΔΕΠ στη διαδικασία εκλογής τους. Δεν ξέρω πώς θα λήξει αυτή η μάχη αλλά η εμπειρία δεν μου επιτρέπει να είμαι αισιόδοξος. Η ανομία και οι δυνάμεις της αντίδρασης κερδίζουν συστηματικά τις μάχες στη χώρα μας. Δεν βλέπω πώς θα χάσουν αυτήν. Έχουν απεριόριστο χρόνο, είναι φανατικοί και έχουν να αντιμετωπίσουν μια σιωπηρή και φοβισμένη πλειοψηφία.
Τα χθεσινά και τα σημερινά γεγονότα είναι ενδεικτικά. Το «βαθύ Πανεπιστήμιο» αντιδρά λυσσασμένα διεκδικώντας το «δικαίωμα» στην παράνομη κατάληψη, την καταστροφή, την παρωδία συνελεύσεων και τη γελοιοποίηση κάθε δημοκρατικής διαδικασίας. Απέναντί του όμως δεν έχει (όπως θα έπρεπε) την πλειονότητα των φοιτητών και των καθηγητών που το απεχθάνονται και που το υφίστανται καθημερινά βαρυγκωμώντας. Δεν έχει απέναντί του σύσσωμη την πανεπιστημιακή κοινότητα που το θεωρεί το μεγαλύτερο βαρίδι για τον εκσυγχρονισμό μαζί με τη διαχρονική αδιαφορία των κυβερνήσεων. Το χρέος μας δυστυχώς δεν το έχουμε κάνει και είμαστε υπόλογοι στην ελληνική κοινωνία (και) γι’ αυτό.
Αντίθετα οι επαγγελματίες τραμπούκοι έχουν απέναντι τον αγαπημένο αντίπαλο αλλά και μακροχρόνιο σύμμαχό τους, το βαθύ ελληνικό κράτος. Επιβιώνουν μαζί σαν σιαμαία. Ο ένας από το αίμα του άλλου.
Το βαθύ κράτος σήμερα και χθες έκανε ό,τι μπορούσε για να στηρίξει τους συμμάχους του. Η αστυνομία δεν αρκέστηκε να υπερασπίσει τον χώρο του πανεπιστημίου από τους εισβολείς και να τους απωθήσει. Υπερέβαλλε ακόμα μια φορά στην άσκηση βίας – άσκοπης, περιττής, αναίτιας.
«Βρίσκονταν σε άμυνα!», θα μου πείτε.
Όμως υπερέβησαν τα όριά της και μάλιστα με πρόθεση.
«Δεν μπορείς εσύ να καταλάβεις το πώς αισθάνονται οι αστυνομικοί την ώρα που δέχονται επίθεση!»
Όχι, δεν μπορώ. Αλλά δεν είμαι ούτε εκπαιδευμένος ούτε επαγγελματίας όπως αυτοί.
«Αποφασίστε! Θέλετε να προστατευθεί η νομιμότητα στο Πανεπιστήμιο ή όχι;»
Δηλαδή η νομιμότητα μπορεί να προστατευθεί μόνο δια της παραβίασής της;
Το αποτέλεσμα βέβαια αυτής της λυκοφιλίας θα το δούμε την Τρίτη. Όταν θα αποχωρήσουν τα ΜΑΤ θα έχουμε εμείς να αντιμετωπίσουμε τα συνεταιράκια τους. Στην καλύτερη περίπτωση θα μας κλείσουν ξανά έξω από το πανεπιστήμιο. Στη χειρότερη θα ξεκινήσει ένας νέος κύκλος βίας εναντίον όποιων τολμούν να τα βάλουν μαζί τους. Κι εμείς; Όσο δεν μας ενοχλούν και μας επιτρέπουν να κάνουμε τη δουλίτσα μας και να παίρνουμε τον μισθουλάκο μας θα παραμερίζουμε όταν τους βλέπουμε να αρπάζουν, θα κλείνουμε τα μάτια όταν τους βλέπουμε να διαλύουν ό,τι απέμεινε, θα παραμένουμε σιωπηλοί, “δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα.”
Και φυσικά θα προσμένουμε το θάμα.
* Ο Αριστείδης Χατζής είναι αναπληρωτής καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου