Του Πάσχου Μανδραβέλη
Το τεκμήριο αθωότητας είναι ένας από εκείνους τους υπέροχους θεσμούς της νεωτερικότητας, που σκοπό έχει να προστατεύει τον κατά κανόνα αδύναμο πολίτη από τις αυθαιρεσίες του πανίσχυρου κράτους. Με βάση αυτό ουδείς θεωρείται ένοχος στα μάτια του δικαστή μέχρις αποδείξεως του εναντίου· οι διωκτικές αρχές οφείλουν να αποδείξουν την ενοχή του κατηγορουμένου και όχι ο κατηγορούμενος την αθωότητά του· οι αμφιβολίες είναι πάντα υπέρ του κατηγορουμένου, κανείς δεν πρέπει να προφυλακίζεται ελαφρά τη καρδία αν δεν συντρέχουν κάποιοι λόγοι.
Το τεκμήριο αθωότητας προστατεύει το θεμελιώδες δικαίωμα του ατόμου στην ελευθερία. Δεν φτιάχτηκε για να προστατεύει την εργασία στο Δημόσιο· άσχετα αν στην Ελλάδα η δημοσιοϋπαλληλία θεωρείται η μέγιστη κατάκτηση της ανθρωπότητας, μεγαλύτερη ακόμη και από τη Διακήρυξη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Έτσι, όπως κάποιος ιδιώτης επιχειρηματίας δεν θα άφηνε στο ταμείο κάποιον που κατηγορείται για κλοπή, έτσι και το κράτος δεν μπορεί να αφήνει στη θέση τους ανθρώπους που διώκονται για κακουργήματα μέχρι να τελεσιδικήσει -Κύριος οίδε σε πόσα χρόνια- η υπόθεσή τους.
Βεβαίως, όλα τα αδικήματα δεν πρέπει να μπαίνουν στον ίδιο τορβά. Όπως δεν υπάρχει προφυλάκιση για πλημμελήματα, κατά τον ίδιο τρόπο είναι υπερβολικό να φεύγουν από τη δουλειά τους άνθρωποι που κατηγορούνται για πλημμελήματα ή διοικητικά παραπτώματα. Άλλο όμως είναι τα κακουργήματα. Μπορεί άνθρωποι που έχουν μέχρι και πρωτοβάθμιες καταδίκες για χρηματισμό ή κατάχρηση να παραμένουν στις θέσεις τους μέχρι να τελεσιδικήσει σε 10-15 χρόνια η υπόθεσή τους, επικαλούμενοι το τεκμήριο της αθωότητας;
Η άσκηση δίωξης από έναν εισαγγελικό λειτουργό είναι (ή πρέπει να είναι) μια πρώτη δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης. Αν τα στοιχεία που υπάρχουν κρίνονται επαρκή για να ασκηθεί δίωξη, το τεκμήριο της αθωότητας σαφώς ισχύει για τον κατηγορούμενο, αλλά σε ό,τι αφορά τη δικαστική διερεύνηση. Δεν αφορά την υπόλοιπη ζωή του. Αν, δηλαδή, κάποιος κατηγορηθεί ότι κακοποιεί τα παιδιά του, δεν θα του επιτραπεί να μείνει στο ίδιο σπίτι μ’ αυτά επειδή ισχύει το τεκμήριο αθωότητας. Θα υπάρξουν περιοριστικοί όροι, ασχέτως αν αυτός στο τέλος μπορεί να αθωωθεί.
Το ίδιο ακριβώς πρέπει να ισχύσει και στο Δημόσιο. Αν κάποιος κατηγορηθεί για κακούργημα είναι αθώος στα μάτια της Δικαιοσύνης, αλλά δεν θα μείνει στο Δημόσιο. Πρέπει να φύγει και αν στο τέλος αθωωθεί, πρέπει να αποζημιωθεί.
Αυτό, όμως, σκοντάφτει στην ρωμαίικη πραγματικότητα της Δικαιοσύνης. Δυστυχώς η πρώτη δικαστική διερεύνηση για την άσκηση δίωξης σπανίως είναι επιμελής. Οι εισαγγελείς, λειτουργώντας προφανώς με τη δημοσιοϋπαλληλική λογική, «φύγε κακό από τα μάτια μου», παραπέμπουν σχεδόν όλες τις υποθέσεις στο ακροατήριο, ακόμη κι εκείνες που καταφανώς είναι για το αρχείο, π.χ. μηνύσεις για λόγους εκδίκησης. Έτσι, όχι μόνο δημιουργείται τεράστιος φόρτος στη Δικαιοσύνη, αλλά πολλές φορές ενσυνείδητοι υπάλληλοι σέρνονται στα δικαστήρια επειδή π.χ. κάποιος στον οποίο καταλόγισαν πρόστιμο εκδικείται με την υποβολή μήνυσης.
Με δεδομένη την κατάσταση στη Δικαιοσύνη είναι λογικό που η πολιτική ηγεσία διστάζει να διώχνει υπαλλήλους που διώκονται ακόμη και για κακουργήματα. Προφανώς γνωρίζει ότι πολλές από τις διώξεις είναι προϊόν ελλιπούς δικαστικής διερεύνησης στο πρώτο στάδιο. Έτσι ξαναγυρίζουμε στο μεγάλο πρόβλημα που έχει η ανόρθωση της χώρας και δεν είναι άλλο από τη Δικαιοσύνη. Εκεί τελικώς σκοντάφτουν όλα...
Το τεκμήριο αθωότητας είναι ένας από εκείνους τους υπέροχους θεσμούς της νεωτερικότητας, που σκοπό έχει να προστατεύει τον κατά κανόνα αδύναμο πολίτη από τις αυθαιρεσίες του πανίσχυρου κράτους. Με βάση αυτό ουδείς θεωρείται ένοχος στα μάτια του δικαστή μέχρις αποδείξεως του εναντίου· οι διωκτικές αρχές οφείλουν να αποδείξουν την ενοχή του κατηγορουμένου και όχι ο κατηγορούμενος την αθωότητά του· οι αμφιβολίες είναι πάντα υπέρ του κατηγορουμένου, κανείς δεν πρέπει να προφυλακίζεται ελαφρά τη καρδία αν δεν συντρέχουν κάποιοι λόγοι.
Το τεκμήριο αθωότητας προστατεύει το θεμελιώδες δικαίωμα του ατόμου στην ελευθερία. Δεν φτιάχτηκε για να προστατεύει την εργασία στο Δημόσιο· άσχετα αν στην Ελλάδα η δημοσιοϋπαλληλία θεωρείται η μέγιστη κατάκτηση της ανθρωπότητας, μεγαλύτερη ακόμη και από τη Διακήρυξη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Έτσι, όπως κάποιος ιδιώτης επιχειρηματίας δεν θα άφηνε στο ταμείο κάποιον που κατηγορείται για κλοπή, έτσι και το κράτος δεν μπορεί να αφήνει στη θέση τους ανθρώπους που διώκονται για κακουργήματα μέχρι να τελεσιδικήσει -Κύριος οίδε σε πόσα χρόνια- η υπόθεσή τους.
Βεβαίως, όλα τα αδικήματα δεν πρέπει να μπαίνουν στον ίδιο τορβά. Όπως δεν υπάρχει προφυλάκιση για πλημμελήματα, κατά τον ίδιο τρόπο είναι υπερβολικό να φεύγουν από τη δουλειά τους άνθρωποι που κατηγορούνται για πλημμελήματα ή διοικητικά παραπτώματα. Άλλο όμως είναι τα κακουργήματα. Μπορεί άνθρωποι που έχουν μέχρι και πρωτοβάθμιες καταδίκες για χρηματισμό ή κατάχρηση να παραμένουν στις θέσεις τους μέχρι να τελεσιδικήσει σε 10-15 χρόνια η υπόθεσή τους, επικαλούμενοι το τεκμήριο της αθωότητας;
Η άσκηση δίωξης από έναν εισαγγελικό λειτουργό είναι (ή πρέπει να είναι) μια πρώτη δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης. Αν τα στοιχεία που υπάρχουν κρίνονται επαρκή για να ασκηθεί δίωξη, το τεκμήριο της αθωότητας σαφώς ισχύει για τον κατηγορούμενο, αλλά σε ό,τι αφορά τη δικαστική διερεύνηση. Δεν αφορά την υπόλοιπη ζωή του. Αν, δηλαδή, κάποιος κατηγορηθεί ότι κακοποιεί τα παιδιά του, δεν θα του επιτραπεί να μείνει στο ίδιο σπίτι μ’ αυτά επειδή ισχύει το τεκμήριο αθωότητας. Θα υπάρξουν περιοριστικοί όροι, ασχέτως αν αυτός στο τέλος μπορεί να αθωωθεί.
Το ίδιο ακριβώς πρέπει να ισχύσει και στο Δημόσιο. Αν κάποιος κατηγορηθεί για κακούργημα είναι αθώος στα μάτια της Δικαιοσύνης, αλλά δεν θα μείνει στο Δημόσιο. Πρέπει να φύγει και αν στο τέλος αθωωθεί, πρέπει να αποζημιωθεί.
Αυτό, όμως, σκοντάφτει στην ρωμαίικη πραγματικότητα της Δικαιοσύνης. Δυστυχώς η πρώτη δικαστική διερεύνηση για την άσκηση δίωξης σπανίως είναι επιμελής. Οι εισαγγελείς, λειτουργώντας προφανώς με τη δημοσιοϋπαλληλική λογική, «φύγε κακό από τα μάτια μου», παραπέμπουν σχεδόν όλες τις υποθέσεις στο ακροατήριο, ακόμη κι εκείνες που καταφανώς είναι για το αρχείο, π.χ. μηνύσεις για λόγους εκδίκησης. Έτσι, όχι μόνο δημιουργείται τεράστιος φόρτος στη Δικαιοσύνη, αλλά πολλές φορές ενσυνείδητοι υπάλληλοι σέρνονται στα δικαστήρια επειδή π.χ. κάποιος στον οποίο καταλόγισαν πρόστιμο εκδικείται με την υποβολή μήνυσης.
Με δεδομένη την κατάσταση στη Δικαιοσύνη είναι λογικό που η πολιτική ηγεσία διστάζει να διώχνει υπαλλήλους που διώκονται ακόμη και για κακουργήματα. Προφανώς γνωρίζει ότι πολλές από τις διώξεις είναι προϊόν ελλιπούς δικαστικής διερεύνησης στο πρώτο στάδιο. Έτσι ξαναγυρίζουμε στο μεγάλο πρόβλημα που έχει η ανόρθωση της χώρας και δεν είναι άλλο από τη Δικαιοσύνη. Εκεί τελικώς σκοντάφτουν όλα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου