Χρ. Ι. Στεφανάδης
Τελευταία γίνεται μεγάλος θόρυβος σχετικά με το θέμα των δημοσίων υπαλλήλων, του στενού και ευρύτερου δημόσιου τομέα. Υπό το κράτος των απαιτήσεων των δανειστών, διογκώνεται το άγχος για τον δραστικό περιορισμό του πράγματι υπερβολικού αριθμού τους. Ανατρέχοντας στο κοντινό και στο μακρύτερο παρελθόν, αναζητεί και εντοπίζει κάποιος αβίαστα τα αίτια της ασύμμετρης διόγκωσης του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων. Το βασικό αίτιο αναμφισβήτητα είναι η κακώς εννοούμενη σχέση του εκλογικού σώματος και των εκλεγόμενων πολιτικών.
Έτσι, φτάσαμε σήμερα να αριθμούμε δημοσίους υπαλλήλους πολύ περισσότερους αναλογικά με αυτόν των χωρών της ευρωζώνης. Η μεγάλη πρόκληση είναι όμως επί του πρακτέου. Μπορεί η μείωση των δημοσίων υπαλλήλων να γίνει με συνοπτικές διαδικασίες; Εκτός από τον μικρό σχετικά αριθμό των επιόρκων, μπορεί να απολυθούν άμεσα δεκάδες χιλιάδες χωρίς ουσιαστική αξιολόγηση αφού κάθε υπάλληλος είναι μια ξεχωριστή περίπτωση; Περιγράφω παρακάτω ενδεικτικά τρεις διαφορετικές πραγματικές ιστορίες που έχω βιώσει προσωπικά.
Πρώτη ιστορία: Πίσω στις δεκαετίες του ’50 και του ’60. Μια δασκάλα. Σε ένα απομονωμένο και παραμελημένο νησί του Ανατολικού Αιγαίου. Χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, χωρίς αυτοκινητόδρομο, χωρίς ιατρική περίθαλψη. Μόνη αυτή δασκάλα σε ένα σχολείο με 80 παιδιά σε 6 τάξεις. Μάθημα πρωί και απόγευμα. Έξι ημέρες την εβδομάδα. Εκτός από το μάθημα, επιπρόσθετα και αρωγή στους πάμφτωχους μαθητές. Σήμερα η υπέργηρη δασκάλα βλέπει τη σύνταξή της να μειώνεται συνεχώς. Δεν καταλαβαίνει τι είναι η τρόικα, ούτε γιατί ήρθε η οικονομική κατάρρευση. Δεν καταλαβαίνει γιατί ο μόχθος και οι προσδοκίες μιας ολόκληρης γενιάς πήγαν χαμένα. Και δεν καταλαβαίνει τι είναι οι επίορκοι υπάλληλοι, η διαθεσιμότητα, η κινητικότητα.
Δεύτερη ιστορία: Πριν από 8 χρόνια. Σε ένα κεντρικό Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Αθήνας. Η προϊσταμένη των οικονομικών υπηρεσιών αποκαλύφθηκε να καταχράται το δημόσιο χρήμα, παρουσιάζοντας πλαστά τιμολόγια κατ’ εξακολούθηση. Το οικονομικό έγκλημα ήταν ξεκάθαρο και τεκμηριωμένο. Παρ’ όλα αυτά, παρέμενε στη θέση της αφού οι διαδικασίες με τα υπηρεσιακά συμβούλια και τις νομικές υπηρεσίες του πανεπιστημίου ήταν χρονοβόρες και ουσιαστικά αδιέξοδες. Σε ερώτηση προς το Νομικό Σύμβουλο του Πανεπιστημίου με ποιον τρόπο θα μπορούσε άμεσα να απομακρυνθεί από τα καθήκοντά της, η απάντησή του ήταν «...μόνο με τιμητική άδεια!», απάντηση που περιέκλειε όλη τη νομική δυσκαμψία στην άμεση απομάκρυνση του επίορκου υπαλλήλου.
Τρίτη ιστορία (η οποία συνεχίζεται): Στην Εντατική Μονάδα Στεφανιαίας Νόσου της Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής του Ιπποκράτειου Νοσοκομείου. Εκεί όπου καθημερινά η Ιατρική αναμετριέται με τον θάνατο. Μια νοσηλεύτρια αδελφή, εδώ και είκοσι τόσα χρόνια, αγωνίζεται δίπλα στον βαριά ασθενή με όλες τις δυνάμεις της.
Συμπάσχει. Και όταν ο ασθενής παρά τις προσπάθειες καταλήξει, η νοσηλεύτρια αυτή κλαίει. Βουβά, σεμνά και με ένα παράπονο. Παράπονο που δεν μπόρεσε να προσφέρει περισσότερα. Και όταν ο ασθενής πηγαίνει καλά, είναι χαρούμενη. Και η εναλλαγή αυτή του συναισθήματός της δεν έχει καμία σχέση με τον πενιχρό μισθό που της δίνει το σύστημα. Και έχει οικογένεια. Έχει παιδιά. Αλλά το καθήκον της είναι πάνω απ’ όλα.
Τι λένε αυτές οι πραγματικές ιστορίες; Ότι δεν μπορεί να γίνει άμεσα αντικειμενική και δίκαιη αξιολόγηση εκατοντάδων χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων υπό την ασφυκτική πίεση των δανειστών. Να γίνει δηλαδή ό,τι δεν έγινε για πολλές δεκαετίες μέσα σε λίγους μήνες. Αναδιάρθρωση και απολύσεις με αξιολόγηση. Αξιολόγηση αντικειμενική, ουσιαστική, διάφανη και επομένως δίκαιη. Αυτή είναι η πρόκληση. Και έτσι θα θεραπευθούν, έστω εν μέρει, οι πληγές που άνοιξαν στην κοινωνία μας για δεκαετίες η αναξιοκρατία, η ευνοιοκρατία και η κομματοκρατία.
*Ο Χριστόδουλος Ι. Στεφανάδης είναι καθηγητής Καρδιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Τελευταία γίνεται μεγάλος θόρυβος σχετικά με το θέμα των δημοσίων υπαλλήλων, του στενού και ευρύτερου δημόσιου τομέα. Υπό το κράτος των απαιτήσεων των δανειστών, διογκώνεται το άγχος για τον δραστικό περιορισμό του πράγματι υπερβολικού αριθμού τους. Ανατρέχοντας στο κοντινό και στο μακρύτερο παρελθόν, αναζητεί και εντοπίζει κάποιος αβίαστα τα αίτια της ασύμμετρης διόγκωσης του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων. Το βασικό αίτιο αναμφισβήτητα είναι η κακώς εννοούμενη σχέση του εκλογικού σώματος και των εκλεγόμενων πολιτικών.
Έτσι, φτάσαμε σήμερα να αριθμούμε δημοσίους υπαλλήλους πολύ περισσότερους αναλογικά με αυτόν των χωρών της ευρωζώνης. Η μεγάλη πρόκληση είναι όμως επί του πρακτέου. Μπορεί η μείωση των δημοσίων υπαλλήλων να γίνει με συνοπτικές διαδικασίες; Εκτός από τον μικρό σχετικά αριθμό των επιόρκων, μπορεί να απολυθούν άμεσα δεκάδες χιλιάδες χωρίς ουσιαστική αξιολόγηση αφού κάθε υπάλληλος είναι μια ξεχωριστή περίπτωση; Περιγράφω παρακάτω ενδεικτικά τρεις διαφορετικές πραγματικές ιστορίες που έχω βιώσει προσωπικά.
Πρώτη ιστορία: Πίσω στις δεκαετίες του ’50 και του ’60. Μια δασκάλα. Σε ένα απομονωμένο και παραμελημένο νησί του Ανατολικού Αιγαίου. Χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, χωρίς αυτοκινητόδρομο, χωρίς ιατρική περίθαλψη. Μόνη αυτή δασκάλα σε ένα σχολείο με 80 παιδιά σε 6 τάξεις. Μάθημα πρωί και απόγευμα. Έξι ημέρες την εβδομάδα. Εκτός από το μάθημα, επιπρόσθετα και αρωγή στους πάμφτωχους μαθητές. Σήμερα η υπέργηρη δασκάλα βλέπει τη σύνταξή της να μειώνεται συνεχώς. Δεν καταλαβαίνει τι είναι η τρόικα, ούτε γιατί ήρθε η οικονομική κατάρρευση. Δεν καταλαβαίνει γιατί ο μόχθος και οι προσδοκίες μιας ολόκληρης γενιάς πήγαν χαμένα. Και δεν καταλαβαίνει τι είναι οι επίορκοι υπάλληλοι, η διαθεσιμότητα, η κινητικότητα.
Δεύτερη ιστορία: Πριν από 8 χρόνια. Σε ένα κεντρικό Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Αθήνας. Η προϊσταμένη των οικονομικών υπηρεσιών αποκαλύφθηκε να καταχράται το δημόσιο χρήμα, παρουσιάζοντας πλαστά τιμολόγια κατ’ εξακολούθηση. Το οικονομικό έγκλημα ήταν ξεκάθαρο και τεκμηριωμένο. Παρ’ όλα αυτά, παρέμενε στη θέση της αφού οι διαδικασίες με τα υπηρεσιακά συμβούλια και τις νομικές υπηρεσίες του πανεπιστημίου ήταν χρονοβόρες και ουσιαστικά αδιέξοδες. Σε ερώτηση προς το Νομικό Σύμβουλο του Πανεπιστημίου με ποιον τρόπο θα μπορούσε άμεσα να απομακρυνθεί από τα καθήκοντά της, η απάντησή του ήταν «...μόνο με τιμητική άδεια!», απάντηση που περιέκλειε όλη τη νομική δυσκαμψία στην άμεση απομάκρυνση του επίορκου υπαλλήλου.
Τρίτη ιστορία (η οποία συνεχίζεται): Στην Εντατική Μονάδα Στεφανιαίας Νόσου της Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής του Ιπποκράτειου Νοσοκομείου. Εκεί όπου καθημερινά η Ιατρική αναμετριέται με τον θάνατο. Μια νοσηλεύτρια αδελφή, εδώ και είκοσι τόσα χρόνια, αγωνίζεται δίπλα στον βαριά ασθενή με όλες τις δυνάμεις της.
Συμπάσχει. Και όταν ο ασθενής παρά τις προσπάθειες καταλήξει, η νοσηλεύτρια αυτή κλαίει. Βουβά, σεμνά και με ένα παράπονο. Παράπονο που δεν μπόρεσε να προσφέρει περισσότερα. Και όταν ο ασθενής πηγαίνει καλά, είναι χαρούμενη. Και η εναλλαγή αυτή του συναισθήματός της δεν έχει καμία σχέση με τον πενιχρό μισθό που της δίνει το σύστημα. Και έχει οικογένεια. Έχει παιδιά. Αλλά το καθήκον της είναι πάνω απ’ όλα.
Τι λένε αυτές οι πραγματικές ιστορίες; Ότι δεν μπορεί να γίνει άμεσα αντικειμενική και δίκαιη αξιολόγηση εκατοντάδων χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων υπό την ασφυκτική πίεση των δανειστών. Να γίνει δηλαδή ό,τι δεν έγινε για πολλές δεκαετίες μέσα σε λίγους μήνες. Αναδιάρθρωση και απολύσεις με αξιολόγηση. Αξιολόγηση αντικειμενική, ουσιαστική, διάφανη και επομένως δίκαιη. Αυτή είναι η πρόκληση. Και έτσι θα θεραπευθούν, έστω εν μέρει, οι πληγές που άνοιξαν στην κοινωνία μας για δεκαετίες η αναξιοκρατία, η ευνοιοκρατία και η κομματοκρατία.
*Ο Χριστόδουλος Ι. Στεφανάδης είναι καθηγητής Καρδιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου