Απόσπασμα από άρθρο του Χρήστου Γιανναρά στην "Καθημερινή"
Το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης κατέρρευσε διαλύοντας (στην κυριολεξία) το κράτος και την κοινωνία, με εφιαλτικές συνέπειες για την ίδια τη βιοτική συντήρηση του πληθυσμού και την ιστορική συνέχεια των Ελλήνων – το λεγόμενο πολιτικό σύστημα υποκαταστάθηκε ολοκληρωτικά από το «πελατειακό κράτος». Το πράσινο και το γαλάζιο ΠΑΣΟΚ, με συνεργό το «εγγράμματον τμήμα» του ΠΑΣΟΚ, τον τότε «Συνασπισμό», δημιούργησαν, μεθοδικά και εν ψυχρώ, ένα τερατώδες πελατειακό κράτος. Αρχικά καταληστεύοντας το κοινωνικό (δημόσιο) χρήμα, τους πακτωλούς που εισέρρευσαν στη χώρα για «σύγκλιση» της ελληνικής με τις οικονομίες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, και στη συνέχεια με έναν εξωφρενικό, παράφρονα υπερδανεισμό. Το σύστημα διακυβέρνησης αλλοτριώθηκε σε σύστημα διαπλοκής λωποδυτικών συμφερόντων απροσμέτρητης σήψης και θεσμοποιημένου αμοραλισμού, που βύθισε την ελλαδική κοινωνία σε ανήκεστη παρακμή και πρωτογονισμό.
Όταν η καταστροφή πήρε διαστάσεις γενικής κατάρρευσης (με τη δήμευση των κρατικών ομολόγων, το κλείσιμο καταστημάτων, την αποβιομηχάνιση, τις απολύσεις, τα ιλιγγιώδη ποσοστά ανεργίας, την εξοντωτική φορολογία, την πείνα και τα συσσίτια σε ολόκληρη τη χώρα), οι αυτουργοί της κακουργίας εμφάνισαν ως αυτονόητο να αναλάβουν οι ίδιοι και τη διαχείρισή της. Ζήσαμε μια πρώτη φάση μικρονοϊκής ιλαροτραγωδίας με τον ολίγιστο των Παπανδρέου και την αυλή του, για να ακολουθήσει το μέγιστο της ευτέλειας, της ανικανότητας και του αμοραλισμού στην περίπτωση της δίδυμης διακυβέρνησης Σαμαρά - Βενιζέλου. Το βράδυ της περασμένης Κυριακής, των εκλογών, έπεσε για το δίδυμο, μάλλον οριστικά, η αυλαία. Ο κ. Σαμαράς εμφανίστηκε πελιδνός και κατεαγμένος, αλλά όχι για να ελευθερώσει, με την παραίτησή του, εξελίξεις στο κόμμα του. Εμφανίστηκε για να κομπάσει και πάλι, να μεγαλορρημονήσει τα ολέθρια κατορθώματά του.
Σε κάθε κρίσιμη αλλαγή ηγεσίας της χώρας, το «καινούργιο» πριμοδοτείται με επενδύσεις ελπίδων, εμπιστοσύνης, αισιοδοξίας. Κάθε φορά ο νικητής πανίσχυρος, θωρακισμένος με τις αισιόδοξες προσδοκίες του λαϊκού σώματος: O Ανδρέας Παπανδρέου το 1981, παντοδύναμος, ο Κων. Μητσοτάκης το 1990 με το 46,89% των ψηφοφόρων μαζί του, ο Κων. Σημίτης το 1996, Καραμανλής ο βραχύς το 2004, με 165 έδρες. Και κάθε φορά οι ελπίδες να μαδάνε μέσα σε λίγους μήνες, ο λαός να μένει με τη γεύση του ανέφικτου, οι τιμημένοι με την εμπιστοσύνη του λαού αξιολύπητοι αποτυχημένοι, ευτελισμένοι.
Ο Αλέξης Τσίπρας κομίζει τη φρεσκάδα τού εντελώς καινούργιου, του άφθορου. Δεν διαθέτει κόμμα, διαχειρίζεται τη δυνατότητα να πλάσει κόμμα. Να πρωτοπορήσει στην ώριμη πια απαίτηση των καιρών για μια Αριστερά ρεαλιστικά κοινωνιοκεντρική, ελευθερωμένη, επιτέλους, από τις αρτηριοσκληρωτικές αγκυλώσεις του παλαιοημερολογίτικου (και μεταπρατικού επιπλέον) μαρξισμού. Να χαρεί την τιμή και τη δόξα να υπηρετήσει τον λαό και τις ζωτικές ανάγκες του – όχι τον παλιμβαρβαρισμό της καταναλωτικής προτεραιότητας. Να στήσει θεσμούς που θα ποδηγετήσουν την ελληνική κοινωνία στην ελευθερία από τον ζυγό της εγωκεντρικής χυδαιότητας, της βουλιμικής εξηλιθίωσης, της αρπακτικής αποκτήνωσης.
Σπάνια η Ιστορία χαρίζει τόσο συναρπαστικές δυνατότητες σε έναν τόσο νεαρό ηγέτη. Έχει να περπατήσει, κυριολεκτικά, στην κόψη του ξυραφιού: Ο ένας μέγιστος κίνδυνος είναι να «ψηλώσει ο νους του», να χάσει τη σύνεση που χαρίζει η σοβαρότητα, η σεμνότητα, η ταπεινότητα του αληθινού δημιουργού. Ο δεύτερος κίνδυνος: να τον υποτάξει η παλαιοκομματική χαμέρπεια στην κρετινική λογική τής, με κάθε θυσία, επανεκλογής. Το μυστικό του αληθινού ηγέτη είναι η προσήλωσή του στο «ή τώρα ή ποτέ».
Το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης κατέρρευσε διαλύοντας (στην κυριολεξία) το κράτος και την κοινωνία, με εφιαλτικές συνέπειες για την ίδια τη βιοτική συντήρηση του πληθυσμού και την ιστορική συνέχεια των Ελλήνων – το λεγόμενο πολιτικό σύστημα υποκαταστάθηκε ολοκληρωτικά από το «πελατειακό κράτος». Το πράσινο και το γαλάζιο ΠΑΣΟΚ, με συνεργό το «εγγράμματον τμήμα» του ΠΑΣΟΚ, τον τότε «Συνασπισμό», δημιούργησαν, μεθοδικά και εν ψυχρώ, ένα τερατώδες πελατειακό κράτος. Αρχικά καταληστεύοντας το κοινωνικό (δημόσιο) χρήμα, τους πακτωλούς που εισέρρευσαν στη χώρα για «σύγκλιση» της ελληνικής με τις οικονομίες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, και στη συνέχεια με έναν εξωφρενικό, παράφρονα υπερδανεισμό. Το σύστημα διακυβέρνησης αλλοτριώθηκε σε σύστημα διαπλοκής λωποδυτικών συμφερόντων απροσμέτρητης σήψης και θεσμοποιημένου αμοραλισμού, που βύθισε την ελλαδική κοινωνία σε ανήκεστη παρακμή και πρωτογονισμό.
Όταν η καταστροφή πήρε διαστάσεις γενικής κατάρρευσης (με τη δήμευση των κρατικών ομολόγων, το κλείσιμο καταστημάτων, την αποβιομηχάνιση, τις απολύσεις, τα ιλιγγιώδη ποσοστά ανεργίας, την εξοντωτική φορολογία, την πείνα και τα συσσίτια σε ολόκληρη τη χώρα), οι αυτουργοί της κακουργίας εμφάνισαν ως αυτονόητο να αναλάβουν οι ίδιοι και τη διαχείρισή της. Ζήσαμε μια πρώτη φάση μικρονοϊκής ιλαροτραγωδίας με τον ολίγιστο των Παπανδρέου και την αυλή του, για να ακολουθήσει το μέγιστο της ευτέλειας, της ανικανότητας και του αμοραλισμού στην περίπτωση της δίδυμης διακυβέρνησης Σαμαρά - Βενιζέλου. Το βράδυ της περασμένης Κυριακής, των εκλογών, έπεσε για το δίδυμο, μάλλον οριστικά, η αυλαία. Ο κ. Σαμαράς εμφανίστηκε πελιδνός και κατεαγμένος, αλλά όχι για να ελευθερώσει, με την παραίτησή του, εξελίξεις στο κόμμα του. Εμφανίστηκε για να κομπάσει και πάλι, να μεγαλορρημονήσει τα ολέθρια κατορθώματά του.
Σε κάθε κρίσιμη αλλαγή ηγεσίας της χώρας, το «καινούργιο» πριμοδοτείται με επενδύσεις ελπίδων, εμπιστοσύνης, αισιοδοξίας. Κάθε φορά ο νικητής πανίσχυρος, θωρακισμένος με τις αισιόδοξες προσδοκίες του λαϊκού σώματος: O Ανδρέας Παπανδρέου το 1981, παντοδύναμος, ο Κων. Μητσοτάκης το 1990 με το 46,89% των ψηφοφόρων μαζί του, ο Κων. Σημίτης το 1996, Καραμανλής ο βραχύς το 2004, με 165 έδρες. Και κάθε φορά οι ελπίδες να μαδάνε μέσα σε λίγους μήνες, ο λαός να μένει με τη γεύση του ανέφικτου, οι τιμημένοι με την εμπιστοσύνη του λαού αξιολύπητοι αποτυχημένοι, ευτελισμένοι.
Ο Αλέξης Τσίπρας κομίζει τη φρεσκάδα τού εντελώς καινούργιου, του άφθορου. Δεν διαθέτει κόμμα, διαχειρίζεται τη δυνατότητα να πλάσει κόμμα. Να πρωτοπορήσει στην ώριμη πια απαίτηση των καιρών για μια Αριστερά ρεαλιστικά κοινωνιοκεντρική, ελευθερωμένη, επιτέλους, από τις αρτηριοσκληρωτικές αγκυλώσεις του παλαιοημερολογίτικου (και μεταπρατικού επιπλέον) μαρξισμού. Να χαρεί την τιμή και τη δόξα να υπηρετήσει τον λαό και τις ζωτικές ανάγκες του – όχι τον παλιμβαρβαρισμό της καταναλωτικής προτεραιότητας. Να στήσει θεσμούς που θα ποδηγετήσουν την ελληνική κοινωνία στην ελευθερία από τον ζυγό της εγωκεντρικής χυδαιότητας, της βουλιμικής εξηλιθίωσης, της αρπακτικής αποκτήνωσης.
Σπάνια η Ιστορία χαρίζει τόσο συναρπαστικές δυνατότητες σε έναν τόσο νεαρό ηγέτη. Έχει να περπατήσει, κυριολεκτικά, στην κόψη του ξυραφιού: Ο ένας μέγιστος κίνδυνος είναι να «ψηλώσει ο νους του», να χάσει τη σύνεση που χαρίζει η σοβαρότητα, η σεμνότητα, η ταπεινότητα του αληθινού δημιουργού. Ο δεύτερος κίνδυνος: να τον υποτάξει η παλαιοκομματική χαμέρπεια στην κρετινική λογική τής, με κάθε θυσία, επανεκλογής. Το μυστικό του αληθινού ηγέτη είναι η προσήλωσή του στο «ή τώρα ή ποτέ».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου