Δημήτρης Δανίκας
Και μια λεπτομέρεια. Που δεν είναι λεπτομέρεια. Και το υπογραμμίζω επειδή ακούστηκαν τα μύρια όσα και επειδή μέσα στον ορυμαγδό των ημερών λειτούργησε η ισοπεδωτική μανία των τάχα μου, αυτόκλητων προστατών.
Αναφέρομαι στην Κυριακάτικη, πρωτοσέλιδη, φωτογραφία του «Πρώτου Θέματος». Και αναφέρομαι σ αυτήν όχι τόσο ως δημοσιογράφος και συνεργάτης αυτής της εφημερίδας αλλά ως απλός αναγνώστης και (κυρίως) Θεατής. Τα ίδια θα έγραφα ακόμα κι αν συνεργαζόμουνα με άλλη εφημερίδα. Κι αν δεν μπορούσα να τα γράψω, τα ίδια πράγματα θα σκεφτόμουνα.
Πρώτα, υποκλίνομαι στον εγκέφαλο που πρότεινε αντί για λόγια, να δημοσιευτεί η συγκεκριμένη φωτογραφία.
Δεύτερο, η δύναμή της και η αποτελεσματικότητά της καλύπτουν και ξεπερνούν όλα σχεδόν όσα έχουν δημοσιευτεί στον Τύπο και από τα κανάλια έχουν ακουστεί σχετικά με τον Φασισμό και την Χρυσή Αυγή.
Τρίτο, οι αρετές της μοναδικές. Γιατί συνθέτει μοναδικά και αυθεντικά, τον έρωτα με τον πόνο. Τον πόνο με τον θάνατο. Την επίγεια κόλαση με τα παναθρώπινα αισθήματα.
Τέταρτο γιατί παραπέμπει ευθέως σε όλα τα περιστατικά και σε όλα τα θύματα του φασισμού, Διαχρονικά, Στον «Επιτάφιο» του Γιάννη Ρίτσου. Στο «γελαστό παιδί» του Μίκη Θεοδωράκη, τον Σωτήρη Πέτρουλα, τον Γρηγόρη Λαμπράκη. Άπαντες οι ιερομάρτυρες αυτής της δύσμοιρης ελληνικής γης ενσωματωμένοι σε μια φωτογραφία. Στην αγκαλιά της κοπέλας. Στο άψυχο κορμί του παιδιου. Στο πεζοδρόμιο των αγώνων. Στην οδύνη του κοριτσιού.
Πέμπτο γιατί η απόσταση που χωρίζει τον Έρωτα από τον θάνατο απέχει μια σπιθαμή. Ο Άλλος είμαι εγώ. Οι Άλλοι είμαστε εμείς.
Έκτο γιατί εκτός πλάνου έχουν στήσει καρτέρι τα ρόπαλα, τα μαχαίρια, τα κουμπούρια των ζωντανών βρικολάκων που αναπνέουν, κυκλοφορούν και ορμούν καταβροχθίζοντας αίμα αθώων θυμάτων.
Και έβδομο γιατί όλα αυτά και πολλά άλλα μαζί καταλήγουν σαν αόρατη σφαίρα στη καρδιά κάθε απλού, «ανώνυμου», πολίτη.
Μια φωτογραφία ένα εκατομμύριο λέξεις. Μια φωτογραφία η συνειδητοποίηση μιας επερχόμενης μεγαλύτερης εκτροπής. Μια φωτογραφία αποτυπώνει το αληθινό έργο που μπορεί να ζήσουμε και να υποστούμε όλο εμείς. Μια φωτογραφία που μας προτρέπει να αντιληφθούμε την προσωπική ευθύνη του καθένα χωριστά. Μια φωτογραφία σαν το φινάλε της ανεπανάληπτης Σαιξπηρικής τραγωδίας «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Μια φωτογραφία που αρχίζει από το Άτομο, από το ερωτικό σκίρτημα και καταλήγει στο πολιτικό και ιδεολογικό Σύμπαν. Μια φωτογραφία που τα λέει όλα.
Με λίγα λόγια: Δύο «ανώνυμοι» άγγελοι επί της Γης. Ο στόχος απροσμέτρητης φρίκης. Φασιστικής και κανιβαλικής. Αύριο μπορεί να είσαι Εσύ! Και σκέψου και βάλε καλά στο μυαλό σου μια κατάσταση αληθινή. Ο φόβος ο καλύτερος σύμμαχος, ο αόρατος συνεργάτης, το εφαλτήριο του Φασισμού!
Και μια λεπτομέρεια. Που δεν είναι λεπτομέρεια. Και το υπογραμμίζω επειδή ακούστηκαν τα μύρια όσα και επειδή μέσα στον ορυμαγδό των ημερών λειτούργησε η ισοπεδωτική μανία των τάχα μου, αυτόκλητων προστατών.
Αναφέρομαι στην Κυριακάτικη, πρωτοσέλιδη, φωτογραφία του «Πρώτου Θέματος». Και αναφέρομαι σ αυτήν όχι τόσο ως δημοσιογράφος και συνεργάτης αυτής της εφημερίδας αλλά ως απλός αναγνώστης και (κυρίως) Θεατής. Τα ίδια θα έγραφα ακόμα κι αν συνεργαζόμουνα με άλλη εφημερίδα. Κι αν δεν μπορούσα να τα γράψω, τα ίδια πράγματα θα σκεφτόμουνα.
Πρώτα, υποκλίνομαι στον εγκέφαλο που πρότεινε αντί για λόγια, να δημοσιευτεί η συγκεκριμένη φωτογραφία.
Δεύτερο, η δύναμή της και η αποτελεσματικότητά της καλύπτουν και ξεπερνούν όλα σχεδόν όσα έχουν δημοσιευτεί στον Τύπο και από τα κανάλια έχουν ακουστεί σχετικά με τον Φασισμό και την Χρυσή Αυγή.
Τρίτο, οι αρετές της μοναδικές. Γιατί συνθέτει μοναδικά και αυθεντικά, τον έρωτα με τον πόνο. Τον πόνο με τον θάνατο. Την επίγεια κόλαση με τα παναθρώπινα αισθήματα.
Τέταρτο γιατί παραπέμπει ευθέως σε όλα τα περιστατικά και σε όλα τα θύματα του φασισμού, Διαχρονικά, Στον «Επιτάφιο» του Γιάννη Ρίτσου. Στο «γελαστό παιδί» του Μίκη Θεοδωράκη, τον Σωτήρη Πέτρουλα, τον Γρηγόρη Λαμπράκη. Άπαντες οι ιερομάρτυρες αυτής της δύσμοιρης ελληνικής γης ενσωματωμένοι σε μια φωτογραφία. Στην αγκαλιά της κοπέλας. Στο άψυχο κορμί του παιδιου. Στο πεζοδρόμιο των αγώνων. Στην οδύνη του κοριτσιού.
Πέμπτο γιατί η απόσταση που χωρίζει τον Έρωτα από τον θάνατο απέχει μια σπιθαμή. Ο Άλλος είμαι εγώ. Οι Άλλοι είμαστε εμείς.
Έκτο γιατί εκτός πλάνου έχουν στήσει καρτέρι τα ρόπαλα, τα μαχαίρια, τα κουμπούρια των ζωντανών βρικολάκων που αναπνέουν, κυκλοφορούν και ορμούν καταβροχθίζοντας αίμα αθώων θυμάτων.
Και έβδομο γιατί όλα αυτά και πολλά άλλα μαζί καταλήγουν σαν αόρατη σφαίρα στη καρδιά κάθε απλού, «ανώνυμου», πολίτη.
Μια φωτογραφία ένα εκατομμύριο λέξεις. Μια φωτογραφία η συνειδητοποίηση μιας επερχόμενης μεγαλύτερης εκτροπής. Μια φωτογραφία αποτυπώνει το αληθινό έργο που μπορεί να ζήσουμε και να υποστούμε όλο εμείς. Μια φωτογραφία που μας προτρέπει να αντιληφθούμε την προσωπική ευθύνη του καθένα χωριστά. Μια φωτογραφία σαν το φινάλε της ανεπανάληπτης Σαιξπηρικής τραγωδίας «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Μια φωτογραφία που αρχίζει από το Άτομο, από το ερωτικό σκίρτημα και καταλήγει στο πολιτικό και ιδεολογικό Σύμπαν. Μια φωτογραφία που τα λέει όλα.
Με λίγα λόγια: Δύο «ανώνυμοι» άγγελοι επί της Γης. Ο στόχος απροσμέτρητης φρίκης. Φασιστικής και κανιβαλικής. Αύριο μπορεί να είσαι Εσύ! Και σκέψου και βάλε καλά στο μυαλό σου μια κατάσταση αληθινή. Ο φόβος ο καλύτερος σύμμαχος, ο αόρατος συνεργάτης, το εφαλτήριο του Φασισμού!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου